Ρύθµιση θεµάτων που αφορούν όπλα. πυροµαχικά, εκρηκτικές ύλες, εκρηκτικούς µηχανισµούς και άλλες διατάξεις.

(ΦΕΚ 147/Α/3-9-93)

Ο ΠΡΟΕ∆ΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ∆ΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδοµε τον ακόλουθο νόµο που ψήφισε η Βουλή:

Άρθρο 1 Έννοια όρων -Έκταση εφαρµογής

  1. Για την εφαρµογή του παρόντος νόµου:

α. Όπλο είναι κάθε µηχάνηµα, το οποίο, µε ωστική δύναµη που παράγεται µε οποιονδήποτε τρόπο, εκτοξεύει βλήµα ή χηµικές ουσίες ή ακτίνες ή φλόγες ή αέρια και µπορεί να επιφέρει κάκωση ή βλάβη της υγείας σε πρόσωπα ή βλάβη σε πράγµατα ή να προκαλέσει πυρκαγιά και ιδίως κάθε πυροβόλο όπλο, χειροβοµβίδα και νάρκη κάθε τύπου, όπως και κάθε συσκευή που µπορεί να προκαλέσει µε οποιονδήποτε τρόπο τα ανωτέρω αποτελέσµατα.

β. Κυνηγετικά όπλα είναι τα επωµιζόµενα µονόκανα και δίκανα, επαναληπτικά και ηµιαυτόµατα όπλα, που έχουν το εσωτερικό της κάνης τους λείο και όχι ραβδωτό, µήκος κάνης τουλάχιστον πενήντα εκατοστών του µέτρου και συνολικό µήκος τουλάχιστον ενός (1) µέτρου, σταθερό, µη πτυσσόµενο κοντάκι, λειτουργούν µε δύναµη πού παράγεται από την καύση πυρίτιδας, προορίζονται αποκλειστικά και µόνο για την άσκηση θήρας ή εξάσκηση στη σκοποβολή, φέρουν συνολικά µέχρι τρία φυσίγγια και δεν δύναται να δεχθούν περισσότερα από τρία φυσίγγια. Τα όπλα αυτά κατατάσσονται σε δύο κατηγορίες Α’ και Β’. Στην κατηγορία Α’ υπάγονται όσα έχουν κάνη µήκους µέχρι 60 εκατοστών και στην κατηγορία Β’ τα λοιπά κυνηγετικά όπλα, στα οποία περιλαµβάνονται και λειόκανα όπλα µικρού διαµετρήµατος τύπου FLOBERT.

γ. Αεροβόλα είναι τα όπλα που λειτουργούν µε συµπιεζόµενο αέρα ή µε χρήση διοξειδίου του άνθρακα και εκτοξεύουν σφαιρίδιο από µεταλλική, πλαστική ή άλλη ύλη.

δ. Πυροµαχικά είναι τα πάσης φύσεως εφόδια βολής, ιδίως τα φυσίγγια πολεµικών τυφεκίων, αυτοµάτων. πολυβόλων, πιστολιών και περιστρόφων, τα βλήµατα βαρέων όπλων και πυροβολικού, καθώς και τα συστήµατα, που αποτελούνται από εκρηκτικές ύλες. εκρηκτικούς µηχανισµούς ή συνδυασµούς αυτών, τα οποία µπορούν να χρησιµοποιηθούν όπως είναι ή να βληθούν µε όπλα ευθυτενούς ή καµπύλης τροχιάς. Στην έννοια των πυροµαχικών περιλαµβάνονται και τα ενεργά επί µέρους στοιχεία αυτών (καψύλια, κάλυκες, βολίδες, βραδύκαυστα υλικά κ.λπ.), καθώς και τα φυσίγγια βλαπτικών χηµικών ουσιών.

ε. Εκρηκτικές ύλες είναι τα στερεά ή υγρά σώµατα, τα οποία από οποιαδήποτε αιτία υφίστανται χηµική µεταβολή και µετατρέπονται σε αέριες µάζες µε συνθήκες υψηλών θερµοκρασιών και πιέσεων, µε αποτελέσµατα βλητικά ή ρηκτικά.

στ. Εκρηκτικός µηχανισµός είναι κάθε συσκευή, που µπορεί να προκαλέσει έκρηξη οποιασδήποτε εκρηκτικής ύλης.

  1. Όπλα θεωρούνται επίσης τα αντικείµενα που είναι πρόσφορα για επίθεση ή άµυνα και ιδιαίτερα:

α. Μηχανισµοί και κάθε µέσο εκτόξευσης χηµικών ουσιών (SPRAY) ή εκκένωσης ηλεκτρικής ενέργειας.

β. Μαχαίρια κάθε είδους, εκτός εκείνων που η κατοχή τους δικαιολογείται για οικιακή ή επαγγελµατική ή εκπαιδευτική χρήση, τέχνη, θήρα, αλιεία ή άλλη συναφή χρήση.

γ. Μεταλλικές γροθιές, ρόπαλα µεταλλικά ή µη, και ρόπαλα συνδεδεµένα µε αλυσίδα ή σχοινί (νουτσάκο).

δ. Σπάθες, λόγχες, ξίφη, ξιφίδια, ξιφολόγχες, στιλέτα, τόξα, βαλλιστρίδες (ARBALETE) και αστυνοµικέςράβδοι.

ε. Αντικείµενα ή µέσα που χρησιµοποιούνται για εκτόξευση ουσιών που αναφλέγονται αυτόµατα ή περιέχουν αναισθησιογόνες ή ερεθιστικές χηµικές ουσίες και προορίζονται για επίθεση ή άµυνα.

στ. Τυφέκια αλιείας (ψαροντούφεκα), που εκτοξεύουν αιχµηρό µεταλλικό αντικείµενο (καµάκι).

  1. Στις διατάξεις του παρόντος νόµου υπάγονται επίσης:

α. Σιγαστήρες, που τοποθετούνται σε οποιοδήποτε όπλο.

β. Συσκευές ή εγκαταστάσεις, που προορίζονται για το φωτισµό του στόχου ή του σκοπεύτρου του όπλου.

γ. Σκοπευτικές διόπτρες όπλων και πάσης φύσεως σκόπευτρα, ως καιεξοµοιωτές σκοποβολής.

δ. Ανταλλακτικά, µέρη και εξαρτήµατα όπλων και εκρηκτικών µηχανισµών, ως και µέρη πυροµαχικών.

ε. Αποµιµήσεις (REPLICA) πυροβόλων όπλων, εφόσον αυτές είναι δυνατό να µετατραπούν σε πραγµατικά όπλα, ως και µη λειτουργούντα, λόγω ουσιώδους έλλειψης ή βλάβης, πυροβόλα όπλα.

  1. Τα πυροβόλα όπλα διακρίνονται σε αυτόµατα, ηµιαυτόµατα και επαναληπτικά:

α. Αυτόµατο είναι το πυροβόλο όπλο, το οποίο µετά από κάθε βολή οπλίζεται µόνο του και µπορεί να βάλλει µε ριπές κάθε φορά που πιέζεται η σκανδάλη του.

β. Ηµιαυτόµατο είναι το πυροβόλο όπλο, το οποίο µετά από κάθε βολή οπλίζεται µόνο του αλλά, κάθε φορά που πιέζεται η σκανδάλη του, εκτοξεύει ένα µόνο βλήµα.

γ. Επαναληπτικό είναι το πυροβόλο όπλο, το οποίο µετά από κάθε βολή οπλίζεται µε τη βοήθεια χειροκίνητου µηχανισµού.

5.

α. Ως όπλα σκοποβολής θεωρούνται τα όπλα που καθορίζονται µε απόφαση των Υπουργών Πολιτισµού και ∆ηµόσιας Τάξης.

β. ∆εν θεωρούνται όπλα τα πιστόλια αφέσεως αγώνων, που κατασκευάζονται ειδικά να χρησιµοποιηθούν για το σκοπό αυτόν.

Άρθρο 2 Εισαγωγή από το εξωτερικό

  1. Απαγορεύεται η εισαγωγή από το εξωτερικό όπλων και λοιπών αντικειµένων, που αναφέρονται στο άρθρο 1, πλην των κατά τις διατάξεις του παρόντος άρθρου εξαιρουµένων.
  1. Με άδεια της αρµόδιας υπηρεσίας του Υπουργείου ∆ηµόσιας Τάξης, επιτρέπεται η εισαγωγή από το εξωτερικό:

α. Περιστρόφων, πιστολιών, αεροβόλων και κυνηγετικών όπλων, καθώς και ανταλλακτικών, µερών και φυσιγγίων αυτών. Προκειµένου περί ανταλλακτικών κυνηγετικών και αεροβόλων όπλων, η ανωτέρω άδεια απαιτείται µόνο για την εισαγωγή µηχανισµών κλείστρου, θαλαµών και κανών.

β. Εκρηκτικών υλών, συµπεριλαµβανόµενης και της πυρίτιδας κυνηγίου. Για την εισαγωγή, κατοχή, διάθεση και µεταφορά χλωρικού καλίου, εφαρµόζονται οι εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις περί εισαγωγής και διαθέσεως αυτού.

γ. Όπλων που χρησιµοποιούνται για την καταστροφή συγκολλούµενου υλικού σε περιστροφικούς κλιβάνους και φυσιγγίων αυτών.

δ. Εκρηκτικών µηχανισµών για επαγγελµατικές ανάγκες µεταλλευτικών, λατοµικών ή άλλων συναφών επιχειρήσεων.

ε. Όπλων σκοποβολής, ανταλλακτικών, σκοπευτικών διόπτρων και φυσιγγίων αυτών, από εµπόρους και αναγνωρισµένα αθλητικά σωµατεία, που επιδιώκουν προαγωγή του αθλήµατος της σκοποβολής και µέλη αυτών.

στ. Λογχών, σπαθών, ξιφών, ξιφιδίων, ξιφολογχών, αστυνοµικών ράβδων, τόξων και βαλλιστρίδων.

ζ. Όπλων ή αντικειµένων του παρόντος νόµου, που προορίζονται για συλλογές. Οι όροι, οι προϋποθέσεις και η διαδικασία χαρακτηρισµού αυτών ως συλλεκτικών αντικειµένων καθορίζονται µε απόφαση του Υπουργού ∆ηµόσιας Τάξης.

η. Όπλων και λοιπών αντικειµένων, που προορίζονται αποκλειστικά για δείγµατα ή εκθέσεις. Τα είδη αυτά εισάγονται µε καθεστώς προσωρινής εισαγωγής και οι αναγκαίες λεπτοµέρειες ρυθµίζονται µε απόφαση των Υπουργών Εθνικής Άµυνας, Οικονοµικών και ∆ηµόσιας Τάξης.

θ. Όπλων ειδικού τύπου, που χρησιµοποιούνται για αναισθητοποίηση ή ανώδυνη θανάτωση ζώων από υπαλλήλους του Υπουργείου Γεωργίας, σύµφωνα µε τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις.

ι. Όπλων µε ραβδωτή κάνη και διόπτρων, αποκλειστικά και µόνο προς χρήση υπηρεσιών του Υπουργείου Γεωργίας.

ια. Αποµιµήσεων πυροβόλων όπλων, ως και µη λειτουργούντων πυροβόλων όπλων.

ιβ. Αυτόµατων όπλων και φυσιγγίων αυτών για την αντιµετώπιση εξαιρετικών αναγκών ασφαλείας. Με απόφαση του Υπουργού ∆ηµόσιας Τάξης καθορίζονται οι προϋποθέσεις χορήγησης της άδειας αυτής και κάθε άλλη αναγκαία λεπτοµέρεια.

  1. Με έγκριση της αρµόδιας υπηρεσίας του Υπουργείου ∆ηµόσιας Τάξης, ύστερα από αίτηση της οικείας υπηρεσίας του Υπουργείου Πολιτισµού, επιτρέπεται η εισαγωγή:

α. Όπλων σκοποβολής και φυσιγγίων αυτών καθώς και αθλητικών οργάνων (ξιφών, σπαθών κ.λπ.) από ξένες αθλητικές αποστολές, για συµµετοχή τους σε επίσηµους αγώνες στην Ελλάδα.

β. Κυνηγετικών όπλων, πολεµικών τυφεκίων, αυτόµατων όπλων, περιστρόφων, πιστολιών και ειδικών ακίνδυνων φυσιγγίων αυτών ή γοµώσεων από ελληνικές ή ξένες κινηµατογραφικές εταιρείες, για αποκλειστική τους χρήση στην παραγωγή κινηµατογραφικών ταινιών. Οι ενδιαφερόµενοι, στις περιπτώσεις της παραγράφου αυτής, υποχρεούνται να συµµορφώνονται µε τις υποδείξεις των αρµόδιων κρατικών φορέων, για την ασφαλή φύλαξη των ανωτέρω ειδών και να επανεξάγουν όσα είδη δεν αναλώνονται. Η τελωνειακή αρχή οφείλει να ενηµερώνει αµέσως την αρµόδια υπηρεσία του Υπουργείου ∆ηµόσιας Τάξης, για την εισαγωγή και επανεξαγωγή τους, µε αντίγραφο του τελωνειακού παραστατικού. Οι µη συµµορφούµενοι µε τις υποδείξεις των αρµόδιων αρχών για την ασφαλή φύλαξη των ανωτέρω ειδών, τιµωρούνται σύµφωνα µε την παρ. 8 περ. β’ του άρθρου 7 του παρόντος νόµου.

  1. Για κάθε είδους όπλα και πυροµαχικά ή συστατικά τους µέρη, καθώς και εκρηκτικές ύλες που εισάγονται και προορίζονται για τις ανάγκες των ενόπλων δυνάµεων και της πολεµικής βιοµηχανίας, η άδεια εισαγωγής χορηγείται από την αρµόδια υπηρεσία του Υπουργείου Εθνικής Άµυνας. Εφόσον τα είδη αυτά προορίζονται για τις ανάγκες των σωµάτων ασφαλείας, του λιµενικού σώµατος, των τελωνειακών και των δασικών αρχών οι άδειες εισαγωγής χορηγούνται από τις αρµόδιες υπηρεσίες των Υπουργείων ∆ηµόσιας Τάξης, Εµπορικής Ναυτιλίας, Οικονοµικών και Γεωργίας, αντίστοιχα.
  1. Σε κάθε περίπτωση εισαγωγής των αντικειµένων που αναφέρονται στις παραγράφους 2, 3, 4 του παρόντος άρθρου, η άδεια χορηγείται σε συγκεκριµένα είδη και ποσότητες, ο δε καθορισµός των ποσοτήτων εναπόκειται στην κρίση της αρµόδιας για τη χορήγησή της άδειας αρχής, τηρουµένων των προβλεποµένων προϋποθέσεων εισαγωγής από άλλες διατάξεις.
  1. Επιτρέπεται η εισαγωγή χωρίς άδεια από χώρες-µη µέλη της Ε.Ο.Κ..

α. Ενός κυνηγετικού όπλου, µιας ανταλλακτικής κάνης και 500 φυσιγγίων αυτού, από αλλοδαπούς ήοµογενείς µε ξένη υπηκοότητα ή Έλληνες µόνιµους κατοίκους εξωτερικού, που συµπλήρωσαν το 18ο έτος της ηλικίας τους, για προσωπική τους χρήση. Η εισαγωγή αυτή γίνεται µε καθεστώς προσωρινής εισαγωγής και µε τον όρο της επανεξαγωγής του όπλου και της κάνης. Οι ενδιαφερόµενοι υποβάλλουν σχετικές δηλώσεις στο τελωνείο εισόδου και στη συνέχεια χορηγείται προσωρινή άδεια κατοχής του όπλου αυτού από την αρµόδια αστυνοµική αρχή του σηµείου εισόδου.

β. Ενός (1) κυνηγετικού όπλου κατηγορίας Β’, µιας (1) ανταλλακτικής κάνης και 500 φυσιγγίων αυτού, από Έλληνες µόνιµους κατοίκους εξωτερικού ή οµογενείς, που αποσκοπούν σε µόνιµη εγκατάσταση στην Ελλάδα, ή Έλληνες ταξιδιώτες, εφόσον οι ανωτέρω έχουν συµπληρώσει το 18ο έτος της ηλικίας τους.

γ. Ενός αεροβόλου όπλου, από ηµεδαπούς ή αλλοδαπούς, που συµπλήρωσαν το 18ο έτος της ηλικίας τους.

  1. Τα τυχόν περισσότερα είδη, από εκείνα που αναφέρονται στην παράγραφο 6, κρατούνται από τις τελωνειακές αρχές και, εάν εντός τετραµήνου δεν επανεξαχθούν µε µέριµνα του ενδιαφερόµενου ή δεν χορηγηθεί άδεια εισαγωγής της αρµόδιας υπηρεσίας του Υπουργείου ∆ηµόσιας Τάξης, εφαρµόζονται οι διατάξεις του Τελωνειακού Κώδικα για τα αζήτητα. Κατά την παραλαβή των εκποιηθέντων ειδών, ο υπερθεµατιστής υποχρεούται να προσκοµίσει στην τελωνειακή αρχή άδεια εισαγωγής της αρµόδιαςυπηρεσίας του Υπουργείου ∆ηµόσιας Τάξης.
  2. ∆εν απαιτείται άδεια για την εισαγωγή:

α. Μηχανισµών εκτόξευσης χηµικών ουσιών που προορίζονται για οικιακή ή επαγγελµατική χρήση.

β. Μαχαιριών που χρησιµοποιούνται για οικιακή ή επαγγελµατική ή εκπαιδευτική χρήση, τέχνη, θήρα αλιεία ή άλλη συναφή χρήση, ως και τυφεκίων αλιείας.

  1. Με απόφαση του Υπουργού ∆ηµόσιας Τάξης επιτρέπεται, κατ’ εξαίρεση, η εισαγωγή συσκευών εκτόξευσης χηµικών ουσιών ή συσκευών εκκένωσης ηλεκτρικής ενέργειας, για αυτοάµυνα, ως και συσκευών ή εγκαταστάσεων για το φωτισµό ή εκποµπή ακτίνων σε κάτοχο, καθώς και εξοµοιωτών σκοποβολής. Με την ίδια απόφαση καθορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις εισαγωγής, εµπορίας, διάθεσης, κατοχής και χρήσης των συσκευών αυτών.
  1. Για τα όπλα και λοιπά αντικείµενα του παρόντος άρθρου, που προέρχονται από χώρες µέλη της Ε.Ο.Κ., απαιτείται άδεια µεταφοράς, η οποία χορηγείται µε τις προϋποθέσεις που προβλέπονται για την άδεια εισαγωγής και από τις διατάξεις του άρθρου 26 του παρόντος νόµου. Κατ’ εξαίρεση δεν απαιτείται άδεια µεταφοράς µέχρι 2 κυνηγετικών όπλων της κατηγορίας Β’ και µέχρι 3 αεροβόλων όπλων, που προορίζονται για ατοµική χρήση.

11.α Όποιος εισάγει παράνοµα στην Ελλάδα όπλα ή άλλα είδη που αναφέρονται στις παραγράφους 2 περιπτ. α’, β’, δ’, ε’, η’, ι’ και ιβ’ και 4 του παρόντος άρθρου, τιµωρείται µε φυλάκιση τουλάχιστον ενός (1) έτους και χρηµατική ποινή ενός εκατοµµυρίου (1.000.000) έως δέκα εκατοµµυρίων (10.000.000) δραχµών. Όποιος εισάγει παράνοµα στην Ελλάδα όπλα ή άλλα είδη που αναφέρονται στην παράγραφο 2 περιπτ. γ’, στ’, ζ’, θ’ και ια’ και 3 του παρόντος άρθρου και στην παράγραφο 2 περιπτ. γ’ και δ’ του άρθρου 1 τιµωρείται µε φυλάκιση µέχρι δύο (2) ετών και χρηµατική ποινή τουλάχιστον εκατό (100.000) χιλιάδων δραχµών.

Άρθρο 3 Εξαγωγή – Επανεξαγωγή

Η εξαγωγή ή επανεξαγωγή για οποιαδήποτε νόµιµη αιτία κάθε είδους πυροβόλων όπλων, εκρηκτικών υλών, πυροµαχικών και άλλων ειδών πολεµικού υλικού, ηµεδαπής ή αλλοδαπής προέλευσης επιτρέπεται µόνο µε άδεια του Υπουργού Εθνικής Οικονοµίας που χορηγείται µε τη σύµφωνη γνώµη των Υπουργών Εξωτερικών και Εθνικής Άµυνας. Ειδικά για την εξαγωγή ή επανεξαγωγή των ανωτέρω ειδών, για την εισαγωγή, κατασκευή και εµπορία των οποίων προβλέπεται άδεια των αστυνοµικών αρχών, απαιτείται η σύµφωνη γνώµη των Υπουργών Εξωτερικών και ∆ηµόσιας Τάξης. ∆εν απαιτείται άδεια για την εξαγωγή ή επανεξαγωγή ενός (1) κυνηγετικού όπλου.

2

α. Για την εξαγωγή ή επανεξαγωγή για οποιαδήποτε νόµιµη αιτία πολεµικού υλικού, σε χώρες µη µέλη του ΝΑΤΟ απαιτείται πράξη του Υπουργικού Συµβουλίου, η οποία εκδίδεται µετά την εισήγηση του Υπουργού Εθνικής Οικονοµίας.

β. Η εξαγωγή δειγµάτων πολεµικού υλικού, λοιπών όπλων πυροµαχικών και εκρηκτικών υλών για συµµετοχή σε εκθέσεις του εξωτερικού ή µη, επιτρέπεται, σύµφωνα µε τη διαδικασία που προβλέπεται από την παρ. 1 του παρόντος άρθρου. γ. Η άδεια εξαγωγής ή επανεξαγωγής ισχύει για τρεις (3) µήνες και δύναται να παραταθεί από τον Υπουργό Εθνικής Οικονοµίας για έξι (6) ακόµη µήνες.

3.

α Η επανεισαγωγή των ειδών των παραγραφών 1 και 2 τα οποία κρίθηκαν ακατάλληλα ή δεν παρελήφθησαν από τον αλλοδαπό οίκο, για οποιονδήποτε λόγο, επιτρέπεται µε άδεια του Υπουργού Εθνικής Οικονοµίας, που χορηγείται ύστερα από σύµφωνη γνώµη του Υπουργού Εθνικής Άµυνας.

β. Η επανεξαγωγή των προαναφερόµενων ειδών, τα οποία εισήχθησαν στην Ελλάδα και κρίθηκαν ακατάλληλα από τις εγχώριες πολεµικές βιοµηχανίες ή αντιπροσωπείες πραγµατοποιείται σύµφωνα µε τη διαδικασία της προηγούµενης περίπτωσης. Αν κατά την εισαγωγή τους εκδόθηκε άδεια από αστυνοµική αρχή, απαιτείται η σύµφωνη γνώµη µονό του Υπουργού ∆ηµόσιας Τάξης για την επανεξαγωγή τους.

  1. Η εξαγωγή ή επανεξαγωγή κυνηγετικών και αεροβόλων όπλων και των φυσιγγίων αυτών, καθώς και µηχανισµών κλείστρου, θαλαµών και κανών, επιτρέπεται µε άδεια του Υπουργού Εθνικής Οικονοµίας, που χορηγείται µε σύµφωνη γνώµη τουΥπουργού ∆ηµόσιας Τάξης.
  2. Με προεδρικό διάταγµα, που εκδίδεται ύστερα από πρόταση του Υπουργού Εθνικής Οικονοµίας και των κατά περίπτωση συναρµόδιων υπουργών, ρυθµίζονται οι υποχρεώσεις των εξαγωγέων των ειδών των προηγούµενων παραγράφων, η διαδικασία και κάθε άλλη αναγκαία λεπτοµέρεια.
  3. Με απόφαση του Υπουργού ∆ηµόσιας Τάξης καθορίζονται οι όροι, οι προϋποθέσεις και η διαδικασία αγοράς και εξαγωγής από αλλοδαπούς των κατωτέρω ειδών, που προορίζονται για ατοµική τους χρήση και δεν εξάγονται σε χώρα µέλος της Κοινότητας:

α. ∆ύο (2) περιστρόφων ή πιστολιών και διακοσίων (200) φυσιγγίων αυτών.

β. ∆ύο (2) κυνηγετικών όπλων και πεντακοσίων (500) φυσιγγίων αυτών.

γ. ∆ύο (2) αεροβόλων όπλων.

  1. Για την εξαγωγή όπλων σκοποβολής και φυσιγγίων αυτών, προς συµµετοχή των ενδιαφερόµενων σε σκοπευτικούς αγώνες µε υποχρέωση επανεισαγωγής τους, ακολουθείται η διαδικασία που καθορίζεται µε απόφαση των Υπουργών Πολιτισµού και ∆ηµόσιας Τάξης.
  2. Όπου στο παρόν άρθρο αναφέρονται άδειες εξαγωγής και επανεξαγωγής. προκειµένου για είδη που προορίζονται για χώρες µέλη της Κοινότητας, µετά την 1.1.1993, νοείται η άδεια µεταφοράς, για τη χορήγηση της οποίας εφαρµόζονται και οι διατάξεις του άρθρου 26 του παρόντος. 9.α. Οι παραβάτες των διατάξεων των παραγράφων 1, 2 και 3 του παρόντος άρθρου τιµωρούνται µε φυλάκιση τουλάχιστον ενός (1) έτους και χρηµατική ποινή πεντακοσίων χιλιάδων (500.000) έως δέκα εκατοµµυρίων (10.000.000) δραχµών. β. Οι παραβάτες των διατάξεων της παρ. 4 του παρόντος άρθρου και των υπουργικών αποφάσεων που εκδίδονται κατ’ εξουσιοδότηση του ίδιου άρθρου τιµωρούνται µε φυλάκιση µέχρι ενός (1) έτους και χρηµατική ποινή.

Άρθρο 4 ∆ιαµετακόµιση

  1. Για την εφαρµογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου, ως διαµετακόµιση θεωρείται οποιαδήποτε µεταφορά των ειδών που αναφέρονται στον παρόντα νόµο µέσω της Ελληνικής Επικράτειας µε προορισµό άλλη χώρα.
  2. Η διαµετακόµιση των ειδών που αναφέρονται στο άρθρο 1, παράγραφο 1, περιπτώσεις α’, β’, δ’, ε’ και στ’ και παράγραφο 3, πλην της περιπτώσεως ε’, επιτρέπεται κατόπιν άδειας του Υπουργού ∆ηµόσιας Τάξης, η οποία εκδίδεται µετά σύµφωνη γνώµη των Υπουργών Εξωτερικών, Εθνικής Άµυνας και Οικονοµικών. Για τη διαµετακόµιση µε πλωτά θαλάσσια µέσα, η ανωτέρω άδεια εκδίδεται από τον Υπουργό Εµπορικής Ναυτιλίας, µε τις ίδιες ως άνω προϋποθέσεις.
  3. Οι όροι και η διαδικασία εκδόσεως της ανωτέρω άδειας καθορίζονται µε απόφαση των Υπουργών Εξωτερικών, Εθνικής Άµυνας, Οικονοµικών, ∆ηµόσιας Τάξης και Εµπορικής Ναυπλίας.
  4. Η διαµετακόµιση των ειδών της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου µε αεροσκάφη (πολιτικά ή στρατιωτικά) επιτρέπεται µόνο µε ειδική άδεια που χορηγείται σύµφωνα µε τις διατάξεις: α. Του ν. 1815/1988 «Περί κυρώσεως του Κώδικα Αεροπορικού ∆ικαίου». β. Του ν. 211/1947 «Περί κυρώσεως της εν Σικάγω την 7.12.1944 υπογραφείσης συµβάσεως διεθνούς πολιτικής αεροπορίας». γ. Του α.ν. 2597/1940 «Περί κινήσεως αεροσκαφών υπεράνω της Ελληνικής Επικρατείας». Η διαδικασία και οι λοιπές λεπτοµέρειες ρυθµίζονται µε απόφαση των Υπουργών Εξωτερικών, Εθνικής Άµυνας, Οικονοµικών, ∆ηµόσιαςΤάξης και Μεταφορών και Επικοινωνιών.
  5. Εξαιρούνται της διαδικασίας της διαµετακόµισης οι υπερπτήσεις και οι αναγκαστικές προσγειώσεις πολιτικών αεροσκαφών, που µεταφέρουν τα αναφερόµενα στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου είδη. Στις περιπτώσεις αυτές, η άδεια χορηγείται από το Υπουργείο Εξωτερικών, µε σύµφωνη γνώµη του Γ.Ε.ΕΘ.Α. και της Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας.
  6. ∆εν απαιτείται άδεια διαµετακόµισης στις εξής περιπτώσεις:

α. Όταν σκάφη, που µεταφέρουν τα αναφερόµενα στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου είδη, προοριζόµενα νια τρίτη χώρα. καταπλέουν σε ελληνικό λιµένα, είτε για ανεφοδιασµό, είτε για ενέργεια εµπορικών πράξεων ή οποιονδήποτε άλλο λόγο, χωρίς όµως τα φορτία των ειδών αυτών να µεταφορτώνονται ή να εκφορτώνονται και να εναποτίθενται σε ελληνικό έδαφος. Οι πλοίαρχοι αυτών υποχρεούνται να υποβάλλουν στις αρµόδιες λιµενικές και τελωνειακές αρχές δήλωση, η οποία περιλαµβάνει τα στοιχεία που καθορίζονται µε τις διατάξεις της προβλεπόµενης από την παρ. 3 του παρόντος άρθρου αποφάσεως.

β. Όταν η διαµετακόµιση των ανωτέρω ειδών γίνεται µε πλοία, τα οποία διέρχονται από τα ελληνικά χωρικά ύδατα και µεταφέρουν αυτά νοµίµως από χώρα της αλλοδαπής σε τρίτη χώρα, χωρίς να καταπλέουν σε ελληνικό λιµένα. Σε όλως εξαιρετικές περιπτώσεις, κατά τις οποίες τα εν λόγω πλοία µεταφέρουν επικίνδυνα φορτία και η διέλευση είναι ενδεχόµενο να προκαλέσει σοβαρούς κίνδυνους νια τη δηµόσια τάξη και ασφάλεια των παράκτιων περιοχών της χώρας, οι πλοίαρχοι των σκαφών αυτών οφείλουν να αναγγείλουν τη διέλευση στο Υπουργείο Εµπορικής Ναυτιλίας, έστω και προφορικά, µε τα µέσα επικοινωνίας του σκάφους, προ είκοσι τεσσάρων (24) ωρών ή σε περίπτωση ανωτέρας βίας προ της εισόδου του σκάφους στα ελληνικά χωρικά ύδατα. Ως τέτοια επικίνδυνα φορτία χαρακτηρίζονται ιδίως τα φορτία µεγάλου κινδύνου εκρήξεως, τα πυρηνικά, τα βιοχηµικά και ραδιενεργά υλικά, καθώς και η µεταφορά ειδών, ο συνδυασµός των οποίων είναι δυνατό να προκαλέσει σοβαρούς κινδύνους για τις παράκτιες περιοχές της χώρας ή το θαλάσσιο περιβάλλον. Στην αναγγελία του πλοιάρχου αναφέρονται τα διαλαµβανόµενα στην απόφαση της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου στοιχεία. Το Υπουργείο Εµπορικής Ναυτιλίας δύναται να υποδείξει στον πλοίαρχο του σκάφους να ακολουθήσει συγκεκριµένο δροµολόγιο ή να ζητήσει τη µη διέλευση του πλοίου από τα ελληνικά χωρικά ύδατα, εφόσον κρίνει ότι η διέλευση αυτή δεν είναι αβλαβής, γ. Όταν διαµετακοµίζονται είδη που αναφέρονται στην περίπτωση γ’ της παραγράφου 1 και στην παράγραφο 2 του άρθρου 1 του παρόντος νόµου, εφόσον δηλωθούν στις τελωνειακές αρχές το είδος και η ποσότητα αυτών, ως και η χώρα προέλευσης και τελικού προορισµού τους. Οι τελωνειακές αρχές υποχρεούνται να ενηµερώσουν αµέσως την αρµόδια υπηρεσία του Υπουργείου ∆ηµόσιας Τάξης.

  1. Αν δεν συντρέχουν οι προαναφερόµενες για κάθε περίπτωση προϋποθέσεις, µε εξαίρεση την περίπτωση β’ της παραγράφου 6, τα προς διαµετακόµιση είδη θεωρούνται ότι έχουν εισαχθεί παράνοµα και εφαρµόζονται οι διατάξεις του άρθρου 16 του παρόντος νόµου.
  2. Η διαµετακόµιση γίνεται σύµφωνα µε την τελωνειακή νοµοθεσία και τις διατάξεις περί εξωτερικού εµπορίου, µε µέριµνα της τελωνειακής αρχής, η οποία ενηµερώνει σχετικά για τη διέλευση τιςαστυνοµικές και λιµενικές αρχές που είναι κατά τόπο αρµόδιες.
  3. Με απόφαση των Υπουργών Εθνικής Άµυνας, Οικονοµικών. ∆ηµόσιας Τάξης. Εµπορικής Ναυτιλίας και Μεταφορών και Επικοινωνιών, καθορίζονται οι όροι. οι προϋποθέσεις και οι αναγκαίες λεπτοµέρειες για την ασφάλεια της διαµετακόµισης.

10.

α. Οι παραβάτες των διατάξεων των παραγράφων 2, 4, 5 και 6 περίπτωση α τιµωρούνται µε φυλάκιση τουλάχιστον ενός (1) έτους και χρηµατική ποινή ενός εκατοµµυρίου (1.000.000) έως δέκα εκατοµµυρίων (10.000.000) δραχµών.

β. Οι παραβάτες των λοιπών διατάξεων του παρόντος άρθρου τιµωρούνται µε φυλάκιση και χρηµατική ποινή τουλάχιστον πεντακοσίων χιλιάδων (500.000) δραχµών.

Άρθρο 5 Κατασκευή στο εσωτερικό

  1. Η κατασκευή, µετασκευή, συναρµολόγηση, επεξεργασία ή επισκευή εντός του κράτους των ειδών που επιτρέπεται να εισαχθούν από το εξωτερικό µε άδεια του Υπουργού ∆ηµόσιας Τάξης, σύµφωνα µε τις διατάξεις του άρθρου 2 του παρόντος, καθώς και η γόµωση ή αναγόµωση φυσιγγίων πυροβόλων όπλων, επιτρέπεται κατόπιν άδειας του Υπουργείου ∆ηµόσιας Τάξης. Η άδεια χορηγείται σε φυσικά ή νοµικά πρόσωπα, εφόσον τηρούνται οι προβλεπόµενες από άλλες διατάξεις προϋποθέσεις ίδρυσης και λειτουργίας των συναφών επιχειρήσεων.
  2. Οι κατασκευαστές και επισκευαστές των ανωτέρω ειδών υποχρεούνται να τηρούν βιβλία, στα οποία καταχωρίζεται η κίνηση των ειδών που κατασκευάζονται, µετασκευάζονται, συναρµολογούνται ή επισκευάζονται. Ο τύπος των βιβλίων, οι ειδικότερες υποχρεώσεις για την τήρηση αυτών και κάθε άλλη σχετική λεπτοµέρεια για την εφαρµογή της διάταξης αυτής, ρυθµίζονται µε απόφαση του Υπουργού ∆ηµόσιας Τάξης.
  3. Η γόµωση κυνηγετικών φυσιγγίων για εµπορία επιτρέπεται µε άδεια του Υπουργείου ∆ηµόσιας Τάξης, εφόσον τηρούνται οι προβλεπόµενες από άλλες διατάξεις προϋποθέσεις ίδρυσης και λειτουργίας τωνσυναφών επιχειρήσεων. Ηαναγόµωση κυνηγετικών φυσιγγίων απαγορεύεται.
  4. Η λειτουργία και ο έλεγχος των ελληνικών βιοµηχανιών που παράγουν ή επισκευάζουν όπλα, πυροµαχικά ή άλλα είδη πολεµικού υλικού, που προορίζονται για τις ανάγκες των Ενόπλων ∆υνάµεων ή άλλων κρατικών υπηρεσιών ή για εξαγωγικούς σκοπούς, καθώς και η διακίνηση των ειδών αυτών, υπάγονται στην αρµοδιότητα του Υπουργείου Εθνικής Άµυνας. Οι αναγκαίες λεπτοµέρειες εφαρµογής της διάταξης αυτής καθορίζονται µε απόφαση του Υπουργού Εθνικής Άµυνας, ο οποίοςχορηγεί και τις σχετικές άδειες κατασκευής, διάθεσης και µεταφοράς.
  5. Οι άδειες εγκατάστασης, λειτουργίας, εκσυγχρονισµού και επέκτασης των ως άνω επιχειρήσεων χορηγούνται από το Υπουργείο Βιοµηχανίας, Ενέργειας και Τεχνολογίας.
  6. Απαγορεύεται η χρησιµοποίηση, για την παραγωγή εκρηκτικών υλών, νιτρικής αµµωνίας ή άλλων υλών που έχουν παραχθεί ή εισαχθεί για γεωργική χρήση.

7.

α. Οι παραβάτες των διατάξεων των παραγράφων 1 και 4 τιµωρούνται µε φυλάκιση τουλάχιστον ενός (1) έτους και χρηµατική ποινή ενός εκατοµµυρίου (1.000.000) έως δέκα εκατοµµυρίων (10.000.000) δραχµών.

β. Οι παραβάτες των διατάξεων των παραγράφων 2, 3 και 6 τιµωρούνται µε φυλάκιση µέχρις ενός(1) έτους και χρηµατική ποινή τουλάχιστον πεντακοσίων χιλιάδων (500.000) δραχµών.

Άρθρο 6 Εµπορία-∆ιάθεση

  1. Με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 4 του άρθρου 5 και των παραγράφων 2, 3 και 4 του παρόντος άρθρου, ηεµπορία και η διάθεση, µε οποιονδήποτε τρόπο, όπλων και αντικειµένων, που αναφέρονται στο άρθρο 1 του παρόντος νόµου, απαγορεύεται.
  1. Με απόφαση του Υπουργού ∆ηµόσιας Τάξης καθορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις διάθεσης αυτοµάτων όπλων και φυσιγγίων αυτών για την αντιµετώπιση εξαιρετικών αναγκών ασφαλείας.
  1. Με άδεια του Υπουργείου ∆ηµόσιας Τάξης επιτρέπεται η εµπορία και η κατά οποιονδήποτε τρόπο διάθεση των κατωτέρω ειδών:

α. Περίστροφων, πιστολιών, µερών, ανταλλακτικών και φυσιγγίων αυτών.

β. Όπλων σκοποβολής, σκοπευτικών διόπτρων, µερών, ανταλλακτικών, καλύκων και καψυλίων αυτών.

γ. Κυνηγετικών οπλών, µερών, ανταλλακτικών και φυσιγγίων αυτών, πυρίτιδας, καλύκων και καψυλίων κυνηγίου.

δ. Αεροβόλων όπλων.

ε. Εκρηκτικών υλών. Οι εισαγωγείς, κατασκευαστές, έµποροι και καταναλωτές των υλών αυτών υποχρεούνται να τις εναποθηκεύσουν σε αποθήκες δικές τους ή τρίτων, που λειτουργούν σύµφωνα µε τις ισχύουσες διατάξεις.

στ. Όπλων για την καταστροφή συγκολλούµενου υλικού σε περιστροφικούς κλιβάνους και φυσιγγίων αυτών.

ζ. Εκρηκτικών µηχανισµών για επαγγελµατικές ανάγκες σε µεταλλευτικές, λατοµικές ή άλλες συναφείς επιχειρήσεις.

η. Λογχών, ξιφών, σπαθών, ξιφιδίων, ξιφολογχών, αστυνοµικών ράβδων τόξων και βαλλιστρίδων. σύµφωνα µε τους όρους και προϋποθέσεις, που καθορίζονται µε απόφαση του Υπουργού ∆ηµόσιας Τάξης.

θ. Όπλων ή αντικείµενων του παρόντος νόµου, που προορίζονται για συλλογές ή αποτελούν κειµήλια.

ι. Των ειδών που διαλαµβάνονται στηνπαρ. 9 του άρθρου 2 του παρόντος νόµου.

ια. Αποµιµήσεων πυροβόλων όπλων, ως και µη λειτουργούντων πυροβόλων όπλων.

  1. ∆εν απαιτείται άδεια για την εµπορία:

α. Μηχανισµών εκτόξευσης χηµικών ουσιών που προορίζονται για συνήθη οικιακή ή επαγγελµατική χρήση.

β. Μαχαιριών που χρησιµοποιούνται για θήρα, αλιεία, οικιακή, επαγγελµατική ή εκπαιδευτική χρήση, τέχνη ή άλλη συναφή χρήση, ως και τυφεκίων αλιείας

  1. Επιτρέπεται η πώληση ή διάθεση µε οποιονδήποτε τρόπο:

α. Όπλων σκοποβολής, περιστρόφων, πιστολιών, αυτόµατων όπλων, όπλων που χρησιµοποιούνται για την αποκόλληση συγκολλούµενου υλικού, µερών, ανταλλακτικών και φυσιγγίων αυτών, κυνηγετικών όπλων της κατηγορίας Α’ και ουσιωδών µερών των όπλων αυτών (µηχανισµού κλείστρου, θαλάµης και κάνης), σκοπευτικών διόπτρων, καθώς και εκρηκτικών µηχανισµών και εκρηκτικών υλών, µόνο σε άτοµα που κατέχουν άδεια της αρµόδιας αστυνοµικής αρχής για την αγορά των ειδών αυτών.

β. Κυνηγετικών όπλων κατηγορίας Β’ και αεροβόλων όπλων, µόνο σε άτοµα που συµπλήρωσαν το 18ο έτος της ηλικίας τους.

γ. Αποµιµήσεις πυροβόλων όπλων, ως και µη λειτουργούντων πυροβόλων όπλων, µόνο σε άτοµα που έχουν άδεια κατοχής όπλων για συλλογές ή νια τη χρησιµοποίησή τους σε κινηµατογραφικά έργα ή θεατρικές παραστάσεις.

δ. Φυσιγγίων, καλύκων, πυρίτιδας και καψυλίων κυνηγίου, µόνο σε άτοµα που έχουν σχετική άδεια εµπορίας ή άδεια κατοχής κυνηγετικού όπλου ή άδεια θήρας.

ε. Όπλων και αντικειµένων του παρόντος νόµου που χαρακτηρίζονται ως συλλεκτικά αντικείµενα, µόνο σε άτοµα που επιδεικνύουν σχετική άδεια κατοχής.

στ. Των αναφερόµενων στην παραγρ. 9 του άρθρου 2 του παρόντος νόµου ειδών, µόνο σε άτοµα που πληρούν τις προϋποθέσεις που προβλέπονται από την απόφαση της ίδιας παραγράφου.

  1. Όσοι εµπορεύονται τα αναφερόµενα στην παραγρ. 2 του άρθρου 2 είδη υποχρεούνται να τηρούν βιβλία περί της εµπορίας αυτών. Με απόφαση του Υπουργού ∆ηµόσιας Τάξης καθορίζονται τα είδη και τα στοιχεία που πρέπει να καταγράφονται στα ανωτέρω βιβλία, ο τρόπος και ο χρόνος τήρησης τους, η υποχρέωση του εµπόρου προς ανακοίνωση στις αστυνοµικές αρχές στοιχείων αγοραστών των ειδών αυτών και κάθε άλλη αναγκαία λεπτοµέρεια.
  2. Οι όροι φύλαξης των ειδών, που διαλαµβάνονται στις παραγράφους 2 και 3 περιπτ. α’, β’, γ’ και ζ’ του παρόντος άρθρου, καθορίζονται µε απόφαση του Υπουργού ∆ηµόσιας Τάξης.
  3. Οι παραβάτες των διατάξεων του παρόντος άρθρου τιµωρούνται ως εξής:

α. Των παραγρ. 1, 2, 3 περιπτ. α’, β’, γ’, ε’, στ’, ζ’ και 5 περίπτ. α’, µε φυλάκιση τουλάχιστον έξι(6) µηνών και χρηµατική ποινή ενός εκατοµµυρίου (1.000.000) έως δέκα εκατοµµυρίων (10.000.000) δραχµών.

β. Των παραγράφων 3, περιπτ. δ’, η’, θ’, ια’ και περιπτ. β’, γ’, δ’, ε’ και στ’, µε φυλάκιση και χρηµατική ποινή τουλάχιστον πεντακοσίων χιλιάδων (500.000)δραχµών.

Άρθρο 7 Κατοχή

  1. Η κατοχή όπλων και λοιπών αντικειµένων που διαλαµβάνονται στο άρθρο 1 του παρόντος νόµου, απαγορεύεται, εκτός των περιπτώσεων που προβλέπονται από τις διατάξεις του νόµου αυτού.
  2. Με άδεια της αρµόδιας αστυνοµικής αρχής του τόπου κατοικίας του ενδιαφερόµενου, επιτρέπεται η κατοχή:

α. Πιστολιών, περιστρόφων και των ουσιωδών µερών (µηχανισµού κλείστρου, θαλάµης, κάνης) και φυσιγγίων αυτών.

β. Εκρηκτικών υλών και εκρηκτικών µηχανισµών.

γ. Των αναφερόµενων στο άρθρο 2 παρ. 2 περ. γ’ ειδών.

δ. Όπλων ή άλλων αντικειµένων του άρθρου 1, που προορίζονται για δείγµατα ή εκθέσεις, σύµφωνα µε τα καθοριζόµενα στην απόφαση, που προβλέπεται από την περίπτωση η’ της παραγράφου 2 του άρθρου 2 παρόντος.

ε. Όπλων σκοποβολής και ουσιωδών µερών (µηχανισµού κλείστρου, θαλάµης, κάνης) και φυσιγγίων αυτών, καθώς και σκοπευτικών διοπτρών. Η άδεια κατοχής των όπλων αυτών χορηγείται σε φυσικά ή νοµικά πρόσωπα που ασχολούνται αποδεδειγµένα µε την προαγωγή του αθλήµατος της σκοποβολής. Οι προϋποθέσεις χορήγησης της άδειας κατοχής όπλων σκοποβολής, οι υποχρεώσεις των ενδιαφερόµενων, ο αριθµός των όπλων που επιτρέπεται να κατέχει κάθε φυσικό ή νοµικό πρόσωπο και κάθε άλλη αναγκαία λεπτοµέρεια, ρυθµίζονται µε απόφαση των Υπουργών Πολιτισµού και ∆ηµόσιας Τάξης.

στ. Αυτόµατων όπλων και φυσιγγίων αυτών, που προβλέπονται στις περιπτώσεις του άρθρου 6 παρ.2 του παρόντος.

ζ. Των αναφερόµενων στο άρθρο 2, παραγρ. 2 περιπτ. θ’ και ι’ και 3, όπλων και λοιπών αντικειµένων.

η. Τόξων και βαλλιστρίδων προοριζοµένων αποκλειστικά και µόνο για σκοποβολή.

θ. Όπλων και ανενεργών φυσιγγίων αυτών, που αποτελούν ιστορικά ή οικογενειακά κειµήλια ή παρουσιάζουν ιστορικό, αρχαιολογικό ή εθνογραφικό ενδιαφέρον και φυλάσσονται σε συλλογές φυσικών ή νοµικών προσώπων.

  1. Για την κατοχή αεροβόλων όπλων και τυφεκίων αλιείας δεν απαιτείται άδεια. Απαγορεύεται η κατοχή τους από άτοµα που δεν έχουν συµπληρώσει το 18ο έτος της ηλικίας τους.
  2. Η κατοχή λογχών, ξιφών, ξιφιδίων και ξιφολογχών, αποµιµήσεων πυροβόλων όπλων, ως και µη λειτουργούντων πυροβόλων όπλων επιτρέπεται:

α. Σε πρόσωπα που έχουν άδεια κατοχής όπλων προοριζοµένων για συλλογές.

β. Σε παραγωγούς θεατρικών ή κινηµατογραφικών έργων.

  1. ∆εν απαιτείται άδεια για µαχαίρια, που προορίζονται για αλιεία, θήρα, τέχνη ή οικιακή, επαγγελµατική ή άλλη συναφή χρήση, για µηχανισµούς εκτοξεύσεως χηµικών ουσιών, που προορίζονται για την ίδια χρήση, ως και ξίφη και σπάθες που χρησιµοποιούνται για άθληση.
  2. Οι κάτοχοι των ειδών, που αναφέρονται στο άρθρο αυτό, υποχρεούνται να λαµβάνουν τα αναγκαία µέτρα για την ασφαλή φύλαξη τους και να µην παραχωρούν αυτά σε τρίτα πρόσωπα. Οι αρµόδιες αστυνοµικές αρχές δύνανται να υποδεικνύουν εγγράφως στους ενδιαφερόµενους τη λήψη των κατά τηνκρίση τουςεπιβαλλοµένων µέτρων ασφαλείας.
  3. Όποιος βρίσκει αντικείµενο από τα αναφερόµενα στο άρθρο 1 του παρόντος υποχρεούται να το παραδώσει αµέσως στην πλησιέστερη αστυνοµική αρχή ή να ειδοποιήσει αυτή για την παραλαβή του.

8.

α. Με φυλάκιση τουλάχιστον έξι (6) µηνών και χρηµατική ποινή τουλάχιστον διακοσίων χιλιάδων (200.000) δραχµών τιµωρούνται οι παραβάτες των παραγράφων 1 και 2, πλην της περιπτ. η’ του παρόντος άρθρου. Με την ίδια ποινή τιµωρείται όποιος µετατρέπει ή παραλλάσσει όπλο από τα αναφερόµενα στο άρθρο 1, παραγρ. 1 περιπτ. α’ και β’ ή απαλείφει ή παραποιεί τον αριθµό του, για οποιονδήποτε σκοπό.

β. Με φυλάκιση µέχρις ενός (1) έτους τιµωρούνται οι παραβάτες των διατάξεων των παραγράφων 2, περίπτ. η, 3, 4 και 6 τουπαρόντοςάρθρου.

γ. Οι παραβάτες των διατάξεων της παραγράφου 7 τιµωρούνται µε φυλάκιση µέχρι έξι (6) µηνών και, σε περίπτωση που αποσκοπούν σε κατακράτηση των ανευρεθέντων αντικειµένων, µε τις ποινές των προηγούµενων εδαφίων, ανάλογα µε το είδος του ανευρεθέντος αντικειµένου.

Άρθρο 8 Κατοχή κυνηγετικών όπλων

  1. Οι κάτοχοι κυνηγετικών όπλων υποχρεούνται, εντός τριάντα (30) ηµερών από την απόκτηση τους, να ζητήσουν τον εφοδιασµό τους µε άδεια κατοχής, η οποία χορηγείται από την αστυνοµική αρχή του τόπου κατοικίας τους.
  2. Οι κάτοχοι κυνηγετικών όπλων υποχρεούνται:

α. Να λαµβάνουν τα αναγκαία µέτρα για την ασφαλή φύλαξη των όπλων τους και να συµµορφώνονται µε τις σχετικές υποδείξεις των αρµόδιων αστυνοµικών αρχών.

β. Να µην παραχωρούν αυτά σε τρίτα πρόσωπα, αν δεν είναι εφοδιασµένα µε άδεια θήρας.

  1. Με απόφαση των Υπουργών ∆ηµόσιας Τάξης και Γεωργίας καθορίζονται:

α. Οι προδιαγραφές κυνηγετικών όπλων που κατασκευάζονται, κατέχονται ή µετασκευάζονται µε οποιονδήποτε τρόπο, για τη χρησιµοποίηση τους σε όλη τη διάρκεια του έτους από καλλιεργητές για την καταπολέµηση των χαρακτηριζόµενων ως επιβλαβών ζώων.

β. Ο αριθµός των κυνηγετικών όπλων που επιτρέπεται να κατέχει κάθε άτοµο.

  1. Σε περίπτωση που δεν χορηγείται άδεια κατοχής κυνηγετικού όπλου, εφαρµόζονται ανάλογα οι διατάξεις της παρ. 8 του άρθρου 10 του παρόντος.
  2. Οι παραβάτες των διατάξεων του παρόντος άρθρου τιµωρούνται µε φυλάκιση µέχρι ενός (1) έτους κα χρηµατική ποινή τουλάχιστονπεντακοσίων χιλιάδων (500.000) δραχµών.

Άρθρο 9 Όπλα σε πλοία και αεροσκάφη

  1. Με άδεια των λιµενικών αρχών επιτρέπεται να φέρονται σε πλοία µε ελληνική σηµαία όπλα µε ανάλογο αριθµό φυσιγγίων, για την ασφάλεια του πληρώµατος, των επιβατών και του πλοίου. Τα όπλα αυτά φυλάσσονται από τον πλοίαρχο, ο οποίος σε περίπτωση ανάγκης τα παραχωρεί µε ευθύνη του σε µέλη του πληρώµατος, που τα φέρουν για όσο χρόνο διαρκεί η ανάγκη. Οι προϋποθέσεις και η διαδικασία χορήγησης της άδειας κατοχής, ο αριθµός και ο τύπος των όπλων και κάθε άλλη αναγκαία λεπτοµέρεια ρυθµίζονται µε απόφαση του Υπουργού Εµπορικής Ναυτιλίας.
  2. Προκειµένου περί πλοίων µε ξένη σηµαία, που φέρουν οπλισµό για την προστασία των επιβαινόντων, οι πλοίαρχοι αυτών υποχρεούνται να τα δηλώνουν στην τελωνειακή αρχή του πρώτου σηµείου κατάπλου, η οποία ενηµερώνει αµέσως την αρµόδια λιµενική αρχή και όπου αυτή δεν υπάρχει την αρµόδια αστυνοµική αρχή. Ο οπλισµός αυτός σφραγίζεται σε ειδικό ασφαλή χώρο (TRANSIT) του πλοίου και παραµένει σφραγισµένος µέχρι να αποπλεύσει, οπότε η τελωνειακή αρχή τον αποσφραγίζει.

3.

α. Εκτός από τα όπλα, που για λόγους ασφαλείας προβλέπονται στην παράγραφο 1, επιτρέπεται µε άδεια της αρµόδιας λιµενικής αρχής να φέρονται σε πλοία µε ελληνική σηµαία περιηγητικά ή επιβατηγά διεθνών πλόων, µέχρι δέκα (10) σκοπευτικά όπλα, µε ανάλογο αριθµό φυσιγγίων, για σκοποβολή. Οι προϋποθέσεις και η διαδικασία χορήγησης της ανωτέρω άδειας, οι όροι διενέργειας της σκοποβολής και κάθε άλλη αναγκαία λεπτοµέρεια καθορίζονται µε απόφαση του Υπουργού Εµπορικής Ναυτιλίας.

β. Όπλα σκοπευτικά, που φέρονται σε πλοία περιηγητικά ή επιβατηγά διεθνών πλόων µε ξένη σηµαία και δηλώνονται στην τελωνειακή αρχή του πρώτου λιµένα κατάπλου, δεν σφραγίζονται, αλλά παραµένουν εντός του πλοίου µε ευθύνη του πλοιάρχου και η τελωνειακή αρχή του σηµείου εξόδου ελέγχει, κατά τον απόπλου, την ύπαρξη των δηλωθέντων όπλων.

  1. Τα αναφερόµενα στις παραγράφους 1, 2 και 3 του παρόντος άρθρου είδη οπλισµού δεν επιτρέπεται να φέρονται εκτόςτων πλοίων.
  2. Πλοίαρχοι ή πλοιοκτήτες πλοίων µε ελληνική ή ξένη σηµαία, τα οποία παροπλίζονται ή απολύεται το πλήρωµα τους, υποχρεούνται να παραδώσουν τα όπλα και πυροµαχικά των πλοίων αυτών αµέσως στην αρµόδια λιµενική αρχή, η οποία ενηµερώνει εγγράφως την αρµόδια τελωνειακή αρχή. Κατά τα λοιπά εφαρµόζονται οι διατάξεις της παραγράφου 8 του άρθρου 10 του παρόντος.
  3. Απαγορεύεται να φέρονται εντός των αεροσκαφών όπλα και πυροµαχικά για οποιονδήποτε λόγο, εκτός των περιπτώσεων που οι αεροµεταφορείς χρησιµοποιούν σε πτήσεις αυξηµένου κινδύνου οπλισµένους συνοδούς. Στην περίπτωση αυτήν οι αλλοδαποί αεροµεταφορείς είναι υποχρεωµένοι να δηλώνουν τα κατεχόµενα είδη οπλισµού στην Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας, ενώ οι ηµεδαποί αεροµεταφορείς δύνανται να κατέχουν είδη οπλισµού και να χρησιµοποιούν οπλισµένους συνοδούς, µετά από άδεια κατοχής και οπλοφορίας που χορηγείται από την αστυνοµική αρχή, µε τη σύµφωνη γνώµη της Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας. Τα όπλα φέρονται αποκλειστικά από τους συνοδούς εντός του αεροσκάφους
  4. Οι παραβάτες των διατάξεων του παρόντος άρθρου τιµωρούνται µε ποινή φυλάκισης τουλάχιστον έξι (6) µηνών και µε χρηµατική ποινή τουλάχιστον πεντακοσίων χιλιάδων (500.000) δραχµών.

Άρθρο 10 Οπλοφορία

  1. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του παρόντος άρθρου και του άρθρου 9, απαγορεύεται να φέρονται όπλα ή άλλα είδη που προβλέπονται στο άρθρο 1 του παρόντος νόµου.
  2. Για την οπλοκατοχή και την οπλοφορία αυτών που υπηρετούν στις ένοπλες δυνάµεις, στην ελληνική αστυνοµία, στο πυροσβεστικό και λιµενικό σώµα, στην τελωνειακή υπηρεσία και σε άλλες δηµόσιες υπηρεσίες, εφαρµόζονται οι ισχύουσες κατά περίπτωση διατάξεις. Εφόσον δεν υφίστανται τέτοιες διατάξεις, µε κοινή απόφαση του οικείου υπουργού και του Υπουργού ∆ηµόσιας Τάξης, καθορίζονται οι περιπτώσεις, οι προϋποθέσεις και οι αναγκαίες λεπτοµέρειες, µε τις οποίες είναι δυνατή, κατ’ εξαίρεση από τη γενική απαγόρευση, η οπλοφορία του προσωπικού κάθε υπουργείου.
  3. Έλληνες πολίτες, που έχουν συµπληρώσει το 18ο έτος της ηλικίας τους, δύνανται να οπλοφορούν, µετά από άδεια της αρµόδιας αστυνοµικής αρχής του τόπου κατοικίας ή διαµονής τους, στις εξής περιπτώσεις:

α. Για ατοµική τους ασφάλεια, µετά από γνώµη του αρµόδιου εισαγγελέα πληµµελειοδικών, εφόσονσυντρέχουν ιδιαίτερα σοβαροί λόγοι.

β. Για την προστασία προσώπων, την ασφάλεια δηµόσιων καταστηµάτων, τραπεζών, µουσείων, µεταφοράς χρηµάτων ή αξιών, οικηµάτων που έχουν ανάγκη ειδικής προστασίας, επιχειρήσεων κοινής ωφέλειας ή προοριζόµενων για εξυπηρέτηση της εθνικής άµυνας ή άλλων µεγάλης αξίας και σπουδαιότητας επιχειρήσεων ή εγκαταστάσεων. Στις περιπτώσεις αυτές η άδεια κατοχής χορηγείται στο όνοµα εκείνων που νόµιµα εκπροσωπούν τους ανωτέρω φορείς, ενώ η άδεια οπλοφορίας στο όνοµα εκείνων στους οποίους ανατίθεται η ασφάλεια των προσώπων, των εγκαταστάσεων, οικηµάτων, πολύτιµων αντικειµένων, αξιών και χρηµαταποστολών. Στην άδεια οπλοφορίας αναγράφονται οι προϋποθέσεις, µε τις οποίες µπορεί ο κάτοχος της να φέρει τα όπλα που διαλαµβάνονται σ’ αυτή.

  1. Με τις καθοριζόµενες στην παρ. 3 προϋποθέσεις, δύναται η αρµόδια αστυνοµική αρχή να χορηγεί άδεια οπλοφορίας και σε υπηκόους κρατών – µελών της Ευρωπαϊκής Οικονοµικής Κοινότητας, οι οποίοι κατοικούν ή διαµένουν προσωρινά στην Ελλάδα. Με τις ίδιες προϋποθέσεις και µε τους όρους της αµοιβαιότητας, είναι δυνατό σε εξαιρετικές περιπτώσεις να επιτραπεί η οπλοφορία και σε άλλους αλλοδαπούς, οι οποίοικατοικούν στην Ελλάδα.
  2. Κατ’ εξαίρεση και µε τον όρο της αµοιβαιότητας, µετά από άδεια που χορηγείται από την αρµόδια αστυνοµική αρχή, ύστερα από αίτηση αλλοδαπής αρχής και γνώµη του Υπουργείου Εξωτερικών, επιτρέπεται η οπλοφορία διπλωµατικών υπαλλήλων, στρατιωτικών ακολούθων ή αστυνοµικών ξένων χωρών, οι οποίοι υπηρετούν στις πρεσβείες ή προξενεία των χωρών τους, στην Ελλάδα ή συνοδεύουν επίσηµα πρόσωπα ή έρχονται στην Ελλάδα για παραλαβή διωκόµενων ατόµων των οποίων έχει αποφασισθεί η έκδοση.
  3. Οι προβλεπόµενες από τις παραγράφους 3, 4 και 5 του παρόντος άρθρου άδειες οπλοφορίας χορηγούνται µόνο νια περίστροφα ή πιστόλια. Στις περιπτώσεις του εδαφίου β’ της παρ. 3, πλην της περιπτώσεως oπλοφορίας για προστασία προσώπων, είναι δυνατόν να επιτραπεί η οπλοφορία και µε αυτόµατα ή άλλα πυροβόλα όπλα, εφόσον συντρέχουν εξαιρετικοί λόγοι ασφάλειας, σύµφωνα µε όσα ορίζονται µε απόφαση του Υπουργού ∆ηµόσιας Τάξης.
  4. Άδεια οπλοφορίας χορηγείται επίσης για άσκηση στη σκοποβολή, µε τα όπλα που κάθε φορά επιτρέπονται γι’ αυτόν το σκοπό. Οι άδειες αυτές χορηγούνται από την αρµόδια αστυνοµική αρχή στο όνοµα µελών αναγνωρισµένων αθλητικών σωµατείων, που επιδιώκουν την προαγωγή του αθλήµατος της σκοποβολής. Ο κάτοχος τέτοιας άδειας επιτρέπεται να οπλοφορεί µέσα στους χώρους άσκησης κατά τη µετάβαση στο χώρο αυτόν και επιστροφή, καθώς και από τόπο σε τόπο, προς συµµετοχή σε επίσηµους αγώνες σκοποβολής. Τα όπλα µεταφέρονται κενά, τοποθετηµένα σε ειδικές οπλοθήκες. Η άσκηση των ανηλίκων γίνεται µε την εποπτεία των υπευθύνων των σκοπευτηρίων ή αθλητικών σωµατείων. Οι αναγκαίες λεπτοµέρειες για την εφαρµογή των διατάξεων της παρούσας παραγράφου καθορίζονται µε απόφαση των Υπουργών Πολιτισµού και ∆ηµόσιας Τάξης.
  5. Με τη λήξη της ισχύος της άδειας, που χορηγείται σύµφωνα µε τις διατάξεις των άρθρων 7, 8 και 9 και των παραγράφων 3, 4, 5, 6 και 7 του παρόντος ή µε την ανάκλησή της, αφαιρείται από την αρµόδια αστυνοµική ή λιµενική αρχή το όπλο και τα φυσίγγια. Τα όπλα και φυσίγγια κρατούνται από την αστυνοµική ή λιµενική αρχή που τα αφαίρεσε µέχρι δύο (2) χρόνια. Αν στο διάστηµα της διετίας χορηγηθεί στον ενδιαφερόµενο νέα άδεια ή ανανεωθεί η αρχική, κατά τις διατάξεις της παραγράφου 9 του άρθρου αυτού, τα ανωτέρω είδη επιστρέφονται. Με άδεια των αστυνοµικών αρχών επιτρέπεται, η πώληση ή διάθεση τους από τους ιδιοκτήτες τους κατά το

διάστηµα της διετίας ή πριν από τη λήξη ή ανάκληση της άδειας, σε εµπόρους ή άτοµα που έχουν άδεια της αστυνοµικής αρχής για την αγορά τους. Σε περίπτωση που δεν πωληθούν ή διατεθούν τα όπλα και τα φυσίγγια ή δεν χορηγηθεί νέα άδεια ή δεν ανανεωθεί η αρχική, τα όπλα και τα φυσίγγια µετά την παρέλευση διετίας κατάσχονται και περιέρχονται αυτοδικαίως στο ∆ηµόσιο, εγγραφόµενα µε απόφαση του Υπουργού ∆ηµόσιας Τάξης ή Εµπορικής Ναυτιλίας στο υλικό της ελληνικής αστυνοµίαςή του λιµενικού σώµατος αντίστοιχα.

  1. Με απόφαση του Υπουργού ∆ηµόσιας Τάξης καθορίζεται η διαδικασία για τη χορήγηση των αδειών οπλοφορίας και κατοχής όπλου, ο τρόπος ανάκλησης τους και κάθε άλλη αναγκαία λεπτοµέρεια.

10.

α. Άδεια θήρας χορηγείται από τις αρµόδιες δασικές αρχές µόνο σε άτοµα που είναι εφοδιασµένα µε άδεια κατοχής κυνηγετικού όπλου ή βεβαίωση της αρµόδιας αστυνοµικής αρχής ότι πληρούν τις προϋποθέσεις χορήγησης άδειας κατοχής κυνηγετικού όπλου. Για την έκδοση της βεβαίωσης αυτής υποβάλλονται τα δικαιολογητικά που προβλέπονται για τη χορήγηση άδειας κατοχής κυνηγετικού όπλου.

β. Η οπλοφορία µε κυνηγετικά όπλα απαγορεύεται, εκτός των περιπτώσεων της χρήσης για άσκηση θήρας ή σκοποβολής και της µετάβασης και επιστροφής στους χώρους αυτούς. Στις περιπτώσεις αυτές κατά τη διέλευση από κατοικηµένες περιοχές τα όπλα πρέπει να φέρονται κενά εντός θήκης.

  1. Απαγορεύεται να φέρουν αεροβόλα όπλα και τυφέκια αλιείας άτοµα που δεν συµπλήρωσαν το 18ο και 16ο έτος της ηλικίας τους, αντίστοιχα. Η µεταφορά αυτών επιτρέπεται µόνο από τον τόπο κατοικίας στο χώρο άσκησης στη σκοποβολή και αλιεία και αντίστροφα. Η χρήση των όπλων αυτών έξω από τους ειδικούς χώρους που προορίζονται για την άσκηση στη σκοποβολή ή την αλιεία απαγορεύεται.
  2. ∆εν επιτρέπεται σε όσους οπλοφορούν νόµιµα να φέρουν τα όπλα τους σε ελεγχόµενους κατά τον κανονισµό της Πολιτικής Αεροπορίας χώρους των αεροδροµίων, εκτός των αστυνοµικών και τελωνειακών υπαλλήλων κατά το χρόνοεκτέλεσης της υπηρεσίας τουςστουςχώρους αυτούς. 13.α. Όποιος φέρει παράνοµα όπλα ή άλλα είδη που διαλαµβάνονται στις παραγράφους 1, πλην της περίπτ. γ’, και 3 περίπτ. α’ και δ’ του άρθρου 1 του παρόντος, τιµωρείται µε φυλάκιση τουλάχιστον έξι (6) µηνών και χρηµατική ποινή τουλάχιστον διακοσίων χιλιάδων (200.000) δραχµών, θεωρείται επιβαρυντική περίπτωση και διπλασιάζονται τα κατώτερα όρια ποινών, όταν τα ανωτέρω είδη φέρονται σε συνελεύσεις, πανηγύρεις, δηµόσιες συναθροίσεις, κέντρα διασκέδασης ή παιγνίων, καταστήµατα πώλησης οινοπνευµατωδών ποτών ή εντός µεταφορικών µέσων δηµόσιας µεταφοράς προσώπων ή εντός ή πλησίον ελεγχόµενων χώρων αεροδροµίων. β. Όποιος φέρει παράνοµα όπλα ή άλλα είδη που διαλαµβάνονται στις παρ. 1 περίπτ. γ’, 2 και 3 περίπτ. β’, γ’ και ε’ του άρθρου 1 του παρόντος ή παραβαίνει τις διατάξεις των παραγράφων 11 και 12 του παρόντος όρθρου, τιµωρείται µε φυλάκιση µέχρι δύο (2) ετών και χρηµατική ποινή.

Άρθρο 11 Μεταφορά όπλων και εκρηκτικών υλών Χρήση εκρηκτικών υλών

  1. Με εξαίρεση την πυρίτιδα κυνηγίου, απαγορεύεται η αγορά, µεταφορά και κατανάλωση εκρηκτικών υλών, χωρίς άδεια της αρµόδιας αστυνοµικής αρχής. Οι όροι και η διαδικασία χορήγησης καθορίζονται µε απόφαση του Υπουργού ∆ηµόσιας Τάξης.
  2. Επίσης απαγορεύεται η µεταφορά των λοιπών ειδών που διαλαµβάνονται στο άρθρο 1 του παρόντος, χωρίς άδεια της αρµόδιας αρχής. Κατ εξαίρεση, δεν απαιτείται άδεια για τη µεταφορά κυνηγετικών και αεροβόλων όπλων, µερών, ανταλλακτικών και φυσιγγίων αυτών, καλύκων και καψυλλίων κυνηγίου, ως και των ειδών που διαλαµβάνονται στο άρθρο 1, παράγραφοι 2 και 3 περίπτ. ε’. Η άδεια µεταφοράς χορηγείται: α. Από την αρµόδια αστυνοµική αρχή του τόπου κατοικίας του ενδιαφερόµενου, για τα είδη των οποίων επιτρέπεται η εµπορία, σύµφωνα µε τις διατάξεις των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 6 του παρόντος.

β. Από το Υπουργείο Εθνικής Άµυνας στις περιπτώσεις της παραγράφου 4 του άρθρου 5 του παρόντος. γ. Από το Υπουργείο Εθνικής Άµυνας ή Οικονοµικών ή ∆ηµόσιας Τάξης ή Γεωργίας ή Εµπορικής Ναυτιλίας, αντίστοιχα, για τις περιπτώσεις της παραγράφου 4 του άρθρου 2 τουπαρόντος.

  1. ∆εν απαιτείται άδεια µεταφοράς των ειδών που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου αυτού, από το τελωνείο εισόδου µέχρι το τελωνείο εκτελωνισµού. Η µεταφορά στις περιπτώσεις αυτές γίνεται σύµφωνα µε την τελωνειακή νοµοθεσία. Η τελωνειακή αρχή υποχρεούται να ενηµερώνει έγκαιρα τις αρµόδιες αστυνοµικές ή λιµενικές αρχές για τη λήψη µέτρων αρµοδιότητας τους κατά τη διαδροµή. Επίσης, δεν απαιτείται άδεια µεταφοράς στις περιπτώσεις διαµετακόµισης.
  2. Σε όλες τις περιπτώσεις µεταφοράς και διαµετακόµισης πρέπει να πληρούνται, µε µέριµνα του ενδιαφερόµενου, οι όροι συσκευασίας και ασφαλούς µεταφοράς, που προβλέπονται από τους ισχύοντες οικείους κανονισµούς, περί ασφαλούς µεταφοράς επικίνδυνων υλών.
  3. Η χρήση των εκρηκτικών υλών σε οποιοδήποτε µέρος, συµπεριλαµβανοµένων και των χώρων λατοµικών και µεταλλευτικών εργασιών, επιτρέπεται να γίνεται µόνο από άτοµα που κατέχουν άδεια γοµωτή και πυροδότη, η ύπαρξη της οποίας αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση για τη χορήγηση της προβλεπόµενης από την παρ. 1 του παρόντος άρθρου άδειας. Η άδεια γοµωτή και πυροδότη χορηγείται από τις αρµόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Βιοµηχανίας, Ενέργειας και Τεχνολογίας. Οι προϋποθέσεις, η διαδικασία και τα απαιτούµενα δικαιολογητικά για τη χορήγηση της άδειας αυτής και κάθε άλλη αναγκαία λεπτοµέρεια, καθορίζονται µε απόφαση των Υπουργών ∆ηµόσιας Τάξης και Βιοµηχανίας, Ενέργειας και Τεχνολογίας.
  4. Κατά τη διενέργεια εκσκαφών µέσα σε κατοικηµένες περιοχές γενικά και σε περιοχές όπου υπάρχουν οικοδοµές, απαγορεύεται η χρήση εκρηκτικών υλών, εκτός εάν πρόκειται για έδαφος, που δεν είναι δυνατό να εκσκαφεί µε σύγχρονα τεχνικά µέσα. Αυτό πιστοποιείται µε υπεύθυνη δήλωση του επιβλέποντος διπλωµατούχου µηχανικού, ο οποίος αναλαµβάνει και την ευθύνη για την ασφαλή χρήση των εκρηκτικών υλών και καθορίζει στη δήλωση του τα ληπτέα προφυλακτικά µέτρα για το κοινό και για τις γειτονικές οικοδοµές. Στην περίπτωση αυτήν, η άδεια αγοράς, µεταφοράς και κατανάλωσης των ανωτέρω υλών, χορηγείται από την αρµόδια αστυνοµική αρχή, µετά προηγούµενη έγκριση της αρµόδιας υπηρεσίας πολεοδοµίας.
  5. Οι παραβάτες των διατάξεων του παρόντος άρθρου τιµωρούνται µε φυλάκιση τουλάχιστον τριών (3) µηνών και χρηµατική ποινή τουλάχιστον διακοσίων χιλιάδων (200.000) δραχµών.

Άρθρο 12 Άσκοποι πυροβολισµοί -Παράνοµη χρήση εκρηκτικών υλών

1.

α. Απαγορεύονται οι άσκοποι πυροβολισµοί.

β. Απαγορεύεται η άσκοπη χρήση εκρηκτικών µηχανισµών ή εκρηκτικών υλών ή η χρησιµοποίηση αυτών για σκοπούς διαφόρους εκείνων, για τους οποίους χορηγήθηκε η άδεια αγοράς και κατανάλωσης.

  1. Εφόσονη πράξη δεν τιµωρείται βαρύτερα από άλλη διάταξη, τιµωρούνται:

α. Οι παραβάτες της παρ. 1, περίπτ. α’, µε φυλάκιση τουλάχιστον τριών (3) µηνών.

β. Οι παραβάτες της παρ. 1, περίπτ. β’, µε φυλάκιση τουλάχιστον, έξι (6) µηνών και χρηµατική ποινή τουλάχιστον διακοσίων χιλιάδων (200.000) δραχµών.

Άρθρο 13 Όπλα και αντικείµενα στις φυλακές

  1. Κρατούµενοι από δηµόσια αρχή σε φυλακές ή άλλους χώρους απαγορεύεται να κατέχουν όπλο ή άλλο αντικείµενο από τα αναφερόµενα στον παρόντα νόµο.
  2. Απαγορεύεται η εισαγωγή στους ανωτέρω χώρους των ειδών αυτών, καθώς και κάθε είδους αντικειµένων, που δεν επιτρέπονται από τον κανονισµό των φυλακών, µε τα οποία µπορεί να προκληθεί σωµατική βλάβη.
  3. Οι παραβάτες του παρόντος άρθρου τιµωρούνται µε φυλάκιση τουλάχιστον δύο (2) ετών, η οποία εκτίεται αθροιστικά και δεν εφαρµόζονται γι αυτήν οι περί συρροής διατάξεις.

Άρθρο 14 Οπλοχρησία

Όποιος µε χρήση όπλου ή άλλου αντικειµένου αναφερόµενου στον παρόντα νόµο διαπράξει κακούργηµα ή πληµµέληµα από δόλο ή αµέλεια και καταδικασθεί, ανεξάρτητα από την ποινή που επιβάλλεται γι’ αυτό, τιµωρείται µε φυλάκιση τουλάχιστον έξι (6) µηνών.

Άρθρο 15 ∆ιακεκριµένες περιπτώσεις

  1. Όποιος εισάγει, κατέχει, κατασκευάζει, µετασκευάζει, συναρµολογεί, εµπορεύεται, παραδίδει, προµηθεύει ή µεταφέρει πολεµικά τυφέκια, αυτόµατα, πολυβόλα, πιστόλια, περίστροφα, χειροβοµβίδες, πυροµαχικά, εκρηκτικές ύλες, εκρηκτικούς µηχανισµούς και λοιπά είδη πολεµικού υλικού, µε σκοπό τη διάθεση τους σε τρίτους για διάπραξη κακουργήµατος ή µε σκοπό τον παράνοµο εφοδιασµόοµάδων, οργανώσεων, σωµατείων ή ενώσεων προσώπων, τιµωρείται µε κάθειρξη, αν η πράξη δεν τιµωρείται βαρύτερα από άλλη διάταξη. Με την ίδια ποινή τιµωρείται και όποιος, για τον ίδιο σκοπό, λαµβάνει, αποκρύπτει ή µε οποιονδήποτε τρόπο δέχεται τα ανωτέρω αντικείµενα. Με την ίδια, επίσης, ποινή τιµωρούνται και τα µέλη διοικητικού συµβουλίου ή διοικούσας επιτροπής ή οι υπεύθυνοι ή αρχηγοί των κατά την προηγούµενη περίπτωση οµάδων, οργανώσεων, σωµατείων και ενώσεων, αν γνωρίζουν ότι κάποιο από τα µέλη τους έχει παράνοµα εφοδιαστεί ή κατέχει τα ανωτέρω αντικείµενα, καθώς και τους σκοπούς που επιδιώκει και δεν το καταγγέλλουν στις αρµόδιες αρχές.
  2. Κάθε από πρόθεση προπαρασκευαστική ενέργεια των πράξεων της προηγούµενης παραγράφου τιµωρείται µε φυλάκιση τουλάχιστον δύο (2) ετών και χρηµατική ποινή πεντακοσίων χιλιάδων (500.000) έως δέκα εκατοµµυρίων (10.000.000) δραχµών.
  3. Στις περιπτώσεις των προηγουµένων παραγράφων, δηµεύονται και τα µεταφορικά µέσα, εφόσον ο κύριος ή, όταν πρόκειται για νοµικό πρόσωπο, ο εκπρόσωπος αυτού είναι αυτουργός ή συµµέτοχος της πράξης.
  4. Επί των παραβάσεων της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου η περάτωση της ανακρίσεως και η εισαγωγή της υποθέσεως στο ακροατήριο γίνεται µε απευθείας κλήση κατά τα οριζόµενα στα άρθρα 20 και 21 του ν. 663/1977.

Άρθρο 16 Κατάσχεση -∆ήµευση

  1. Τα όπλα και λοιπά αντικείµενα του άρθρου 1 του παρόντος νόµου, που παράνοµα εισάγονται, κατέχονται, κατασκευάζονται, µετασκευάζονται, συναρµολογούνται, φέρονται, µεταφέρονται ή διαµετακοµίζονται, ανευρίσκονται ή παραδίδονται στις αρµόδιες αρχές, καθώς και εκείνα, που έχουν παραδοθεί ή έχουν εγκαταλειφθεί κατά το παρελθόν, για οποιονδήποτε λόγο, στις αστυνοµικές αρχές, κατάσχονται.
  2. Οι τελωνειακοί υπάλληλοι, προκειµένου για τα όπλα και λοιπά αντικείµενα του άρθρου 1 του παρόντος νόµου, που εισάγονται στα τελωνεία κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος νόµου, καθώς και οι αξιωµατικοί και υπαξιωµατικοί των ενόπλων δυνάµεων, προκειµένου για τα ανωτέρω αντικείµενα που κατέχονται ή φέρονται παράνοµα σε παραµεθόριες περιοχές ή απαγορευµένες ή επιτηρούµενες ζώνες, δικαιούνται να προβαίνουν στην κατάσχεση των ειδών αυτών και στη σύλληψη των υπαιτίων, εκπληρούντες καθήκοντα ειδικών ανακριτικών υπαλλήλων. Ειδικότερα, οι αξιωµατικοί και υπαξιωµατικοί των ενόπλων δυνάµεων υποχρεούνται σε άµεση παράδοση των συλληφθέντων ατόµων και των κατασχεθέντων όπλων και λοιπών αντικειµένων στην οικεία αστυνοµική ή λιµενική αρχή.
  3. Τα όπλα και λοιπά αντικείµενα που κατάσχονται, κατά τις παραγράφους 1 και 2, δηµεύονται, σύµφωνα µε τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 76 του Ποινικού Κώδικα, εξ αυτών δε εκποιούνται µόνο εκείνα των οποίων επιτρέπεται η εµπορία κατά τις διατάξεις του άρθρου 6 του παρόντος. Οι αστυνοµικές, στρατιωτικές, τελωνειακές, λιµενικές και δασικές αρχές, που κατάσχουν τα ανωτέρω όπλα και λοιπά αντικείµενα, δύνανται να ζητήσουν, δια του προϊσταµένου τους υπουργού, όσα απ’ αυτά κρίνουν απαραίτητα για τις ανάγκες τους ή τον εµπλουτισµό συλλογών, από τον αρµόδιο εισαγγελέα ή επίτροπο, ο οποίος µετά την τελεσίδικη απόφαση δήµευσης παραγγέλλει την παράδοση τους στην αιτούσα αρχή, η οποία τα εγγράφει στο υλικό της σύµφωνα µε τις ισχύουσες διατάξεις.
  4. Οι Υπηρεσίες Εγκληµατολογικών Ερευνών δύνανται να µην αποστέλλουν στην αρµόδια εισαγγελία όπλα και λοιπά αναφερόµενα στο άρθρο 1 αντικείµενα, που απεστάλησαν σ’ αυτές για εξέταση, όταν αυτά παρουσιάζουν ιδιαίτερο εργαστηριακό ενδιαφέρον και είναι απολύτως απαραίτητα για συνεχείς συγκριτικές εξετάσεις ή απαιτούν περαιτέρω αξιολόγηση και είναι χρήσιµα για µελλοντικές εργαστηριακές εξετάσεις. Οι ανωτέρω υπηρεσίες υποχρεούνται να αποστέλλουν στις αρµόδιες εισαγγελικές ή δικαστικές αρχές, µαζί µε τις εκθέσεις και φωτογραφίες των προαναφερόµενων αντικειµένων. Το αρµόδιο δικαστικό συµβούλιο ή δικαστήριο δύναται να διατάξει την προσκόµιση των ανωτέρω πειστηρίων, τα οποία, όταν καταστεί τελεσίδικη η απόφαση δήµευσής τους επιστρέφονται στην οικεία υπηρεσία, η οποία τα εγγράφει στο υλικό της, σύµφωνα µε τις ισχύουσες διατάξεις.
  5. Με απόφαση των Υπουργών ∆ικαιοσύνης και ∆ηµόσιας Τάξης καθορίζονται οι προϋποθέσεις και η διαδικασία αποστολής των ανωτέρω πειστηρίων στην αλλοδαπή προς εξέταση, στις περιπτώσεις που η αποστολή αυτή κρίνεται απόλυτα αναγκαία.
  6. Όταν κατάσχονται είδη από τα αναφερόµενα στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου και από τη φύλαξη τους στις υπηρεσίες που τα κατάσχουν, δηµιουργούνται προβλήµατα ασφάλειας, παραδίδονται προςφύλαξη στις πλησιέστερες αποθήκες των Ενόπλων ∆υνάµεων.

Άρθρο 17 Ειδικές ποινικές διατάξεις

  1. Απαγορεύεται η εισαγωγή, εξαγωγή, κατασκευή, εµπορία, κατοχή, µεταφορά και χρήση:

α. Όπλων που έχουν τη µορφή άλλου αντικειµένου.

β. Πυροµαχικών µε διατρητικά, εκρηκτικά, εµπρηστικά βλήµατα, καθώς και των ιδίων των βληµάτων.

γ. Πυροµαχικών για πιστόλια και περίστροφα µε διασπώµενα βλήµατα, ως και των βληµάτων αυτών.

  1. Με απόφαση του Υπουργού ∆ηµόσιας Τάξης δύναται να απαγορεύεται για σοβαρούς λόγους ασφάλειας, η εισαγωγή, κατασκευή και εµπορία όπλων σκοποβολής, περιστρόφων, πιστολιών και εκρηκτικών υλών και να τίθενται περιορισµοί στην κατασκευή ή διάθεση κυνηγετικών όπλων και φυσιγγίων πυροβόλων όπλων.
  2. Οι παραβάτες των διατάξεων του παρόντος άρθρου τιµωρούνται µε φυλάκιση τουλάχιστον ενός (1) έτους και χρηµατική ποινή πεντακοσίων χιλιάδων (500.000) έως δέκα εκατοµµυρίων (10.000.000) δραχµών.

Άρθρο 18 Χορήγηση και ανάκληση αδειών

  1. Με απόφαση του κατά περίπτωση αρµόδιου υπουργού καθορίζονται τα δικαιολογητικά και η διαδικασία χορήγησης και ανάκλησης των αδειών, που προβλέπονται από τις διατάξεις του παρόντος νόµου, ο χρόνος ισχύος τους και κάθε άλλη αναγκαία λεπτοµέρεια.
  2. Οι προβλεπόµενες από τον παρόντα νόµο άδειες δεν χορηγούνται σε όσους έχουν καταδικασθεί αµετάκλητα:

α. Για πράξεις που προβλέπονται και τιµωρούνται σε βαθµό κακουργήµατος.

β. Για παραβάσεις των νόµων περί ναρκωτικών και προστασίας της κοινωνίας από το οργανωµένο έγκληµα, για παραβάσεις διατάξεων που αφορούν αλιεία µε εκρηκτικές ύλες ή τοξικές ουσίες και για παραβάσεις του άρθρου 15 του παρόντος νόµου.

γ. Για οποιοδήποτε πληµµέληµα που διώκεται αυτεπαγγέλτως και τελείται µε πρόθεση, για το οποίο επιβλήθηκε στον υπαίτιο αµετακλήτως ποινή φυλάκισης τουλάχιστον ενός (1) έτους, ως και για οποιοδήποτε πληµµέληµα που προβλέπεται από τις διατάξεις του παρόντος νόµου, ανεξαρτήτως του ύψους της επιβληθείσας ποινής. Η απαγόρευση αυτή ισχύει για διάστηµα πέντε ετών, από την έκτιση ή την άφεση µε χάρη και σε περίπτωση επιβολής της ποινής µε αναστολή, για όσο χρόνο διαρκεί η αναστολή.

  1. Επίσης, οι άδειες που αναφέρονται στην προηγούµενη παράγραφο, δεν χορηγούνται:

α. Σε όποιον δεν παρέχει εχέγγυα ασφαλούς φύλαξης και χρήσης των όπλων και λοιπών αντικειµένων, που αναφέρονται στον παρόντα νόµο και ιδιαίτερα σε όσους πάσχουν ή νοσηλεύτηκαν για ψυχασθένεια, ψυχοπάθεια ή άλλες ψυχονευρωτικές καταστάσεις. Η κατάσταση της υγείας των ανωτέρω βεβαιώνεται µε ιατρικό πιστοποιητικό.

β. Σε άτοµα που δεν συµπλήρωσαν το 18ο έτος της ηλικίας τους, εκτός αν προβλέπεται διαφορετικά στον παρόντα νόµο.

  1. Άδειες εµπορίας περιστρόφων, πιστολιών, όπλων σκοποβολής και φυσιγγίων αυτών δεν χορηγούνται σε µέλη διοικητικών συµβουλίων σκοπευτικών σωµατείων, σε ιδιοκτήτες ή εκµεταλλευτές σκοπευτηρίων και συγγενείς αυτών εξ αίµατος ή εξ αγχιστείας µέχρι και δεύτερου βαθµού.
  2. Οι αρµόδιες αρχές δύνανται ν’ αρνηθούν τη χορήγηση των αναφερόµενων στον παρόντα νόµο αδειών ή να ανακαλέσουν ήδη χορηγηθείσες σε άτοµα, σε βάρος των οποίων εκκρεµεί ποινική δίωξη για παραβάσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου.
  3. Σε περίπτωση καταδίκης που αποτελεί κώλυµα για χορήγηση άδειας, σύµφωνα µε τα οριζόµενα στην παράγραφο 2, ή συνδροµής των κωλυµάτων των παραγράφων 3 και 4 του παρόντος άρθρου, ανακαλούνται οι άδειες που έχουν χορηγηθεί. Στις περιπτώσεις αυτές είναι δυνατό να µη χορηγείται άδεια σε σύζυγο αυτού που έχει καταδικασθεί ή συγγενή αυτού, εξ αίµατος ή εξ αγχιστείας µέχρι και δεύτερου βαθµού, πριν παρέλθουν 5 χρόνια από την ανάκληση της άδειας.
  4. Σε περίπτωση χορήγησης άδειας σε νοµικό πρόσωπο, οι διατάξεις των παραγράφων 2, 3, 4, 5 και 6 του παρόντος άρθρου εφαρµόζονται για τα µέλη του διοικητικού συµβουλίου προκειµένου περί σωµατείων, για τους εκπροσώπους και διαχειριστές προκειµένου περί ανωνύµων εταιρειών και Ε.Π.Ε., για του οµόρρυθµους εταίρους προκειµένου περί ετερόρρυθµων εταιρειών και για όλους τους εταίρους, προκειµένου περί εταιρείας άλλης µορφής.
  5. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρµόζονται ανάλογα και για τις περιπτώσεις χορήγησης των αδειών από υπηρεσίες των Υπουργείων Εθνικής Άµυνας και Εµπορικής Ναυτιλίας. Προκειµένου να εφαρµοσθούν οι διατάξεις της παραγράφου 3 περίπτ. α’ του παρόντος άρθρου, για την έκδοση των εν λόγω αδειών απαιτείται η προηγούµενη γνώµη του Υπουργείου ∆ηµόσιας Τάξης.
  6. Σε περίπτωση µη χορήγησης ή ανάκλησης των προβλεπόµενων από τον παρόντα νόµο αδειών, επιτρέπεται η προσφυγή του ενδιαφεροµένου ενώπιον του κατά περίπτωση αρµόδιου υπουργού, εντός µηνός από την κοινοποίηση σ’ αυτόν της απορριπτικής απόφασης.

Άρθρο 19 Υποχρεώσεις εισαγωγέων, κατασκευαστών και εµπόρων

  1. Φυσικά ή νοµικά πρόσωπα, που εισάγουν τα αναφερόµενα στο άρθρο 2 του παρόντος νόµου αντικείµενα για οποιονδήποτε λόγο, κατασκευάζουν, µετασκευάζουν, συναρµολογούν και επεξεργάζονται εντός του κράτους οποιοδήποτε από τα αναφερόµενα στο άρθρο 5 είδη, υποχρεούνται µε την υποβολή αίτησης για χορήγηση άδειας να υποβάλουν στην αρµόδια Υπηρεσία Εγκληµατολογικών Ερευνών υπεύθυνη δήλωση, η οποία να περιέχει τα πλήρη στοιχεία του κατασκευαστή και του εισαγωγέα, το είδος, την ονοµασία και τα τεχνικά χαρακτηριστικά των ανωτέρω αντικειµένων. Στη δήλωση επισυνάπτονται φωτογραφίες, σχεδιαγράµµατα και ο¬ποιαδήποτε άλλα στοιχεία κατέχουν για το είδος οπλισµού .
  2. Τα αναφερόµενα στην προηγούµενη παράγραφο φυσικά και νοµικά πρόσωπα υποχρεούνται να προσκοµίζουν στις ανωτέρω υπηρεσίες δείγµατα προς εξέταση, εφόσον τους ζητηθούν.
  3. Οι έµποροι των διαλαµβανόµενων στο άρθρο 6 ειδών υποχρεούνται να παραδίδουν στους αγοραστές έντυπα στην ελληνική γλώσσα, στα οποία να αναφέρονται τα τεχνικά χαρακτηριστικά των ειδών αυτών και οδηγίες ασφαλούς χρήσης τους.
  4. Η συµµόρφωση προς τις προβλεπόµενες από το παρόν άρθρο υποχρεώσεις αποτελεί προϋπόθεση για τη χορήγηση της αιτούµενης άδειας.

Άρθρο 20 Έλεγχος καταλληλότητας όπλων και λοιπών ειδών

  1. Τα είδη που διαλαµβάνονται στις παραγράφους 2 και 3, πλην των περιπτ. η’, θ’ και ια’ του άρθρου 6, που εισάγονται ή κατασκευάζονται και συναρµολογούνται στο εσωτερικό και προορίζονται για εµπορία, υπόκεινται σε έλεγχο καταλληλότητας προ της εισαγωγής τους ή προ της ενάρξεως της µαζικής παραγωγής τους. Μετά τον έλεγχο χορηγείται σχετικό πιστοποιητικό. Προκειµένου να καταστεί δυνατή η εξέταση των προς εισαγωγή ειδών, χορηγείται άδεια εισαγωγής των αναγκαίων δειγµάτων.
  2. Ο ανωτέρω έλεγχος διενεργείται: α. Για τα είδη που κατασκευάζονται ή συναρµολογούνται από επιχειρήσεις που εποπτεύονται από το Υπουργείο Εθνικής Άµυνας, από υπηρεσίες του Υπουργείου αυτού, κατά τα ειδικότερα οριζόµενα µε απόφαση του Υπουργού. β. Για τις εκρηκτικές ύλες από το Υπουργείο Βιοµηχανίας, Ενέργειας και Τεχνολογίας, σύµφωνα µε τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις. γ. Για τα λοιπά είδη, από τη ∆ιεύθυνση Εγκληµατολογικών Υπηρεσιών του Υπουργείου ∆ηµόσιας Τάξης, σύµφωνα µε τα οριζόµενα στην επόµενη παράγραφο.
  3. Για τον έλεγχο καταλληλότητας των ειδών της περίπτ. γ’ της προηγούµενης παραγράφου ιδρύεται στη ∆ιεύθυνση Εγκληµατολογικών Υπηρεσιών ειδικό εργαστήριο, το οποίο εφοδιάζεται µε τα απαραίτητα σύγχρονα υλικοτεχνικά µέσα και στελεχώνεται µε το αναγκαίο επιστηµονικό και ειδικευµένο προσωπικό για την εκτέλεση της αποστολής του. Με απόφαση του Υπουργού ∆ηµόσιας Τάξης καθορίζονται τα δικαιολογητικά και οαριθµός δειγµάτων που απαιτούνται για τη διενέργεια του ανωτέρω ελέγχου, η τύχη των ακατάλληλων δειγµάτων καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτοµέρεια.
  4. ∆εν υπόκεινται σε έλεγχο καταλληλότητας τα είδη, για τα οποία έχει γίνει τέτοιος έλεγχος από χώρα της Κοινότητας. Για τα είδη της παρ. 1 του παρόντος άρθρου, που µεταφέρονται σε χώρες µέλη της Κοινότητας, απαιτείται επιπλέον σφραγίδα επί των όπλων, δηλωτική της καταλληλότητας αυτών, η οποία τίθεται µε µέριµνα των ενδιαφεροµένων. Ο τύπος και η µορφή της σφραγίδας καθορίζονται µε απόφαση των Υπουργών Εθνικής Άµυνας και ∆ηµόσιας Τάξης.
  5. Η λειτουργία εργαστηρίων δοκιµής όπλων και πυροµαχικών επιτρέπεται µόνο σε βιοµηχανίες κατασκευής ή συναρµολόγησης των ειδών αυτών.
  6. Οι παραβάτες των διατάξεων του παρόντος τιµωρούνται µε φυλάκιση τουλάχιστον έξι (6) µηνών και χρηµατική ποινή τουλάχιστον πεντακοσίων χιλιάδων (500.000) δραχµών.

Άρθρο 21 Ίδρυση και λειτουργία σκοπευτηρίων

  1. Η ίδρυση και λειτουργία σκοπευτηρίων επιτρέπεται κατόπιν άδειας του Υπουργείου Πολιτισµού, η οποία χορηγείται µε σύµφωνη γνώµη του Υπουργείου ∆ηµόσιας Τάξης. Οι όροι, προϋποθέσεις και περιορισµοί χορήγησης της ανωτέρω άδειας, οι όροι λειτουργίας των σκοπευτηρίων και κάθε άλλη αναγκαία λεπτοµέρεια καθορίζονται µε απόφαση των Υπουργών Πολιτισµού και ∆ηµόσιας Τάξης. Οι παραβάτες της διατάξεως αυτής τιµωρούνται µε φυλάκιση τουλάχιστον τριών (3) µηνών και χρηµατική ποινή τουλάχιστον διακοσίων χιλιάδων (200.000) δραχµών.
  2. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν έχουν εφαρµογή για τα σκοπευτήρια των Ενόπλων ∆υνάµεων και των Σωµάτων Ασφαλείας, οι όροι λειτουργίας των οποίων καθορίζονται µε απόφαση τουαρµόδιου υπουργού.

Άρθρο 22 ∆ιοικητικές κυρώσεις

  1. Στους παραβάτες των διατάξεων του παρόντος νόµου, ανεξάρτητα από την ποινική δίωξη τους, δύναται να επιβάλλεται προσωρινή αφαίρεση τουλάχιστον δεκαπέντε (15) ηµερών µέχρι τριών (3) µηνών των προβλεπόµενων από τον παρόντα νόµο αδειών, ανάλογα µε τη σοβαρότητα της παράβασης, µε απόφαση της υπηρεσίας που τις χορήγησε. Οι ανωτέρω κυρώσεις επιβάλλονται και σε όσους παραβαίνουν τους όρους που διαλαµβάνονται στις εν λόγω άδειες.
  2. Κατά των ανωτέρω αποφάσεων επιτρέπεται ενδικοφανής προσφυγή ενώπιον του αρµόδιου υπουργού εντός µηνός από την κοινοποίησή τους στον ενδιαφερόµενο.
  3. Σε περίπτωση αφαίρεσης της άδειας κατοχής κυνηγετικού όπλου, η σχετική απόφαση κοινοποιείται στην αρµόδια δασική αρχή, η οποία υποχρεούται ν’ αφαιρέσει την άδεια θήρας του παραβάτη για όσο χρόνο προβλέπει η απόφαση αφαίρεσης της άδειας κατοχής.

Προσαρµογή των διατάξεων του παρόντος προς τις διατάξεις της οδηγίας του Συµβουλίου των Ε.Κ. αριθ. 91/477/EOK(L.256/91).

Άρθρο 23 Έννοια όρων -Έκταση εφαρµογής.

  1. Για την εφαρµογή των διατάξεων της 91/477 από 18.6.91 οδηγίας του Συµβουλίου των Ε.Κ.: α. Όπλα νοούνται τα πυροβόλα όπλα που αναφέρονται στις παραγράφους 1 περ. α’, β’, δ’ και στ’, 3 περ. δ’. 4 και 5 περ. α’ του άρθρου 1 του παρόντος. β. Οπλοπώλης νοείται κάθε φυσικό ή νοµικό πρόσωπο, στο οποίο χορηγείται άδεια κατασκευής, εµπορίας, επισκευής και συναρµολόγησης πυροβόλων όπλων. γ. Τα πρόσωπα θεωρούνται κάτοικοι της χώρας, η οποία αναφέρεται στη διεύθυνση που αναγράφεται σε αποδεικτικό έγγραφο της κατοικίας, ιδίως στο διαβατήριο ή την ταυτότητα, που επιδεικνύεται στις αρχές του κράτους µέλους κατά τη διάρκεια ελέγχου της κατοχής ή στο µεταβιβάζοντα επ’ ευκαιρία της µεταβίβασης όπλου. δ. Ευρωπαϊκό δελτίο πυροβόλου όπλου είναι έγγραφο, το οποίο χορηγείται από τις αρµόδιες αρχές κατόπιν αιτήσεως σε πρόσωπο, που καθίσταται νόµιµος κάτοχος και χρήστης πυροβόλου όπλου, σύµφωνα µε τις διατάξεις του παρόντος νόµου.
  2. Η προαναφερόµενη οδηγία δεν θίγει τις διατάξεις που εφαρµόζονται στη χώρα µας: α. Για την οπλοφορία, το κυνήγι και τη σκοποβολή. β. Για την απόκτηση και κατοχή όπλων και πυροµαχικών από τις ένοπλες δυνάµεις, τα σώµατα ασφαλείας, τις δηµόσιες υπηρεσίες, τους συλλέκτες και τους οργανισµούς πολιτιστικού και ιστορικού χαρακτήρα µε αντικείµενο τα όπλα. γ. Για τη µεταφορά πολεµικών όπλων και πυροµαχικών για εµπορικούς σκοπούς.

Άρθρο 24 Ευρωπαϊκό δελτίο πυροβόλου όπλου

  1. Το ευρωπαϊκό δελτίο πυροβόλου όπλου εκδίδεται από την αρµόδια αστυνοµική αρχή και είναι προσωπικό έγγραφο, επί του οποίου αναγράφονται το ή τα πυροβόλα όπλα που κατέχει και χρησιµοποιεί ο κάτοχος του δελτίου. Επί του δελτίου αναγράφονται οι αλλαγές της κατοχής ή των χαρακτηριστικών του πυροβόλου όπλου, καθώς και η απώλεια ή η κλοπή του όπλου.
  2. Η µέγιστη περίοδος ισχύος του δελτίου είναι πενταετής δυνάµενη να παραταθεί. Αν το δελτίο αφορά µόνο πυροβόλα όπλα µιας βολής ανά λεία κάνη, η µέγιστη περίοδος ισχύος του είναι δεκαετής.
  3. Με απόφαση του Υπουργού ∆ηµόσιας Τάξης καθορίζονται οι όροι χορήγησης του δελτίου και τα στοιχεία που περιλαµβάνονται σ’ αυτό.

Άρθρο 25 Απόκτηση όπλου από κάτοικο άλλου κράτους -µέλους της Κοινότητας

  1. Στις περιπτώσεις που απαιτείται άδεια αγοράς για την απόκτηση όπλου, προκειµένου για κάτοικο άλλου κράτους µέλους της Κοινότητας, η άδεια αυτή χορηγείται µετά από προηγούµενη συναίνεση του κράτους αυτού, εκτός εάν πρόκειται για τυφέκια σκοποβολής µιας βολής ανά αυλακωτή κάνη.
  2. Αν ο αποκτών οποιοδήποτε πυροβόλο όπλο είναι κάτοικος άλλου κράτους µέλους της Κοινότητας, το κράτος αυτό ενηµερώνεται σχετικά από τις αρµόδιες ελληνικές αρχές και από τον ίδιο τον αποκτώντα.
  3. Για την απόκτηση οποιουδήποτε πυροβόλου όπλου από πρόσωπο που δεν κατοικεί στην Ελλάδα απαιτείται, πέραν των προϋποθέσεων που προβλέπονται από τις διατάξεις του παρόντος νόµου και άδεια µεταφοράς, όταν το όπλο πρόκειται να µεταφερθεί σε άλλα κράτη µέλη της Κοινότητας ή όταν αυτό δεν πρόκειται να µεταφερθεί, αιτιολογηµένη έγγραφη δήλωση του ενδιαφερόµενου περί του λόγου της κατοχής του όπλου στην Ελλάδα.

Άρθρο 26 ∆ιατυπώσεις που απαιτούνται για την κυκλοφορία των όπλων στην Κοινότητα

  1. Με την επιφύλαξη του επόµενου άρθρου, τα πυροβόλα όπλα µπορούν να µεταφερθούν από την Ελλάδα σε άλλο κράτος µέλος µόνο σύµφωνα µε τη διαδικασία που προβλέπεται στο παρόν άρθρο.
  2. Για κάθε µεταφορά πυροβόλων όπλων προς άλλο κράτος µέλος, ο ενδιαφερόµενος ανακοινώνει πριν από κάθε αποστολή στη ∆ιεύθυνση Κρατικής Ασφάλειας του Υπουργείου ∆ηµόσιας Τάξης: α. Το όνοµα και τη διεύθυνση του µεταβιβάζοντος και του αποκτώντος. β. Τη διεύθυνση, στην οποία αποστέλλονται ή µεταφέρονται τα συγκεκριµένα είδη. γ. Τον αριθµό των όπλων που αποστέλλονται ή µεταφέρονται. δ. Τα στοιχεία που επιτρέπουν τον προσδιορισµό κάθε όπλου, καθώς και ένδειξη ότι το πυροβόλο όπλο έχει ελεγχθεί, σύµφωνα µε τις διατάξεις του άρθρου 20 του παρόντος. ε. Το µεταφορικό µέσο. στ. Την ηµεροµηνία αναχώρησης και την προβλεπόµενη ηµεροµηνία άφιξης. Οι πληροφορίες, που αναφέρονται στις δυο τελευταίες περιπτώσεις δεν χρειάζεται να ανακοινώνονται όταν η µεταφορά γίνεται µεταξύ οπλοπωλών. Η ανωτέρω υπηρεσία εξετάζει ης συνθήκες υπό τις οποίες θα γίνει η µεταφορά, ιδία στους όρους ασφάλειας, συνεργαζόµενη προς τούτο µε τα συναρµόδια υπουργεία. Στην περίπτωση που επιτρέπεται η µεταφορά αυτή, εκδίδεται άδεια που περιλαµβάνει τα αναφερόµενα στις ανωτέρω α’ – στ’ περιπτώσεις στοιχεία. Η άδεια αυτή συνοδεύει τα πυροβόλα όπλα µέχρι τον προορισµό τους και επιδεικνύεται, όταν το ζητούν οι αρχές των κρατών µελών.
  3. Για τη µεταφορά πυροβόλων όπλων, εκτός των πολεµικών, η ανωτέρω αρµόδια ∆ιεύθυνση του Υπουργείου ∆ηµόσιας Τάξης µπορεί να παρέχει σε οπλοπώλες το δικαίωµα να µεταφέρουν αυτά από την Ελλάδα σε εγκατεστηµένο σε άλλο κράτος µέλος οπλοπώλη, χωρίς την άδεια της προηγούµενης παραγράφου. Η αυτή ∆ιεύθυνση εκδίδει προς τούτο ειδική άδεια µεταφορών, ης οποίας η διάρκεια δεν υπερβαίνει τη διετία, η οποία µπορεί να ανακληθεί ή να ακυρωθεί οποτεδήποτε µε αιτιολογηµένη απόφαση. Αντίγραφο της ανωτέρω άδειας συνοδεύει τα πυροβόλα όπλα µέχρι τον προορισµό τους και επιδεικνύεται όταν το ζητούν οι αρχές των κρατών µελών. Πριν από κάθε µεταφορά οι οπλοπώλες γνωστοποιούν στο Υπουργείο ∆ηµόσιας Τάξης τα αναφερόµενα στις περίπτ. α’-στ’ της παραγράφου 2.
  4. Το Υπουργείο ∆ηµόσιας Τάξης διαβιβάζει στις αρµόδιες αρχές των άλλων κρατών µελών κατάλογο πυροβόλων όπλων για τα οποία η άδεια µεταφοράς προς την Ελλάδα µπορεί να δοθεί χωρίς προηγούµενη συναίνεση αυτού.
  5. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρµόζονται και στις περιπτώσεις µεταφοράς όπλων από πρόσωπα που ταξιδεύουν από τρίτες χώρες µέσωΕλλάδας προς λοιπά κράτη µελή της Κοινότητας.
  6. Οι παραβάτες των διατάξεων του παρόντος άρθρου τιµωρούνται µε φυλάκιση τουλάχιστον τριών (3) µηνών και µε χρηµατική ποινή.

Άρθρο 27 Εξαιρέσεις

  1. Αν δεν ακολουθηθεί η διαδικασία του προηγούµενου άρθρου, η κατοχή πυροβόλου όπλου κατά τη διάρκεια ταξιδιού, δια µέσου δύο ή περισσότερων κρατών µελών, επιτρέπεται µόνο εφόσον ο ενδιαφερόµενος έχει λάβει την άδεια των εν λόγωκρατών. Το Υπουργείο ∆ηµόσιας Τάξης µπορεί να χορηγεί άδεια για ένα ή περισσότερα ταξίδια, για περίοδο ενός έτους κατ’ ανώτατο όριο, µε δυνατότητα ανανέωσης. Η άδεια αυτή εγγράφεται στο ευρωπαϊκό δελτίο όπλου.
  2. Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, οι κυνηγοί, για κυνηγετικά όπλα της κατηγορίας Β’ του άρθρου 1 του παρόντος και οι σκοπευτές, για τα προβλεπόµενα από τις διατάξεις του εδαφ. ε’ της παρ. 2 του άρθρου 7 όπλα, µπορούν να φέρουν, χωρίς προηγούµενη άδεια, ένα ή περισσότερα από τα όπλα αυτά στην Ελλάδα, προκειµένου να ασκήσουν τη δραστηριότητα τους, υπό την προϋπόθεση ότι θα φέρουν ευρωπαϊκό δελτίο για το συγκεκριµένο όπλο ή όπλα και ότι θα είναι σε θέση να αποδείξουν το λόγο του ταξιδιού τους.
  3. Οι παραβάτες των διατάξεων του παρόντος άρθρου τιµωρούνται µε φυλάκιση και χρηµατική ποινή.

Άρθρο 28 Ανταλλαγή πληροφοριών

  1. Οι αρµόδιες ελληνικές αρχές διαβιβάζουν όλες τις χρήσιµες πληροφορίες που διαθέτουν σχετικά µε τις µεταφορές πυροβόλων όπλων στο κράτος µέλοςπροορισµού αυτών.
  2. Οι πληροφορίες που αναφέρονται στις περιπτώσεις των άρθρων 25 και 26 του παρόντος ανακοινώνονται, το αργότερο κατά τη µεταφορά, στα κράτη µέλη διαµετακόµισης και τελικού προορισµού των όπλων.
  3. Στο Υπουργείο ∆ηµόσιας Τάξης ιδρύεται υπηρεσία συλλογής και ανταλλαγής πληροφοριών για την εφαρµογή του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 29 Μεταβατικές διατάξεις

  1. Όποιος κατέχει παράνοµα όπλα και λοιπά αντικείµενα, που διαλαµβάνονται στο άρθρο 1 του παρόν πλην των κυνηγετικών, παραµένει ατιµώρητος αν παραδώσει αυτά στην αστυνοµική αρχή, µέσα σε τέσσερις (4) µήνες από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόµου. Τα παραδιδόµενα επιστρέφονται στους κατόχους τους εάν, µέσα σε τέσσερις (4) µήνες από την παράδοση εφοδιασθούν µε άδεια κατοχής, σύµφωνα µε τις διατάξεις του νόµου αυτού. Όσα δεν επιστρέφονται περιέρχονται κατά κυριότητα στο ∆ηµόσιο, παραδίδονται δε από την οικεία αστυνοµική αρχή στην αρµόδια υπηρεσία του Υπουργείου Εθνικής Άµυνας.
  2. Η δικογραφία που σχηµατίζεται, για τις περιπτώσεις της προηγούµενης παραγράφου τίθεται στο αρχείο µε πράξη του αρµόδιου εισαγγελέα.
  3. Μέσα σε ένα (1) έτος από τη δηµοσίευση της απόφασης της παραγράφου 1 του άρθρου 18 του παρόντος οι κάτοχοι κυνηγετικών όπλων, που δεν είναι εφοδιασµένοι µε δελτίο κατοχής της δασικής αρχής, υποχρεούνται να υποβάλουν στις αρµόδιες αστυνοµικές αρχές τα απαιτούµενα δικαιολογητικά για τη χορήγηση άδειας κατοχής. Όσοι είναι ήδη εφοδιασµένοι µε δελτίο κατοχής υποχρεούνται, εντός της ανωτέρω προθεσµίας, να το καταθέσουν στην αρµόδια αστυνοµική αρχή για να εφοδιασθούν µε άδεια κατοχής, χωρίς την υποβολή οποιουδήποτε άλλου δικαιολογητικού. Η αστυνοµική αρχή δύναται να απαιτήσει την προσκόµιση ιατρικού πιστοποιητικού, ειδικά χορηγούµενου για το λόγοαυτόν αν έχειαµφιβολίες για την κατάσταση τηςυγείας του αιτούντος.

Άρθρο 30 Τροποποίηση διατάξεων

  1. Στο ν. 456/1976 «Περί φωτοβολίδων και πυροτεχνηµάτων» προστίθεται άρθρο 5α ως εξής:

«Άρθρο 5α Συσκευές εκτόξευσης φωτοβολίδων και κροτίδων

  1. Η εισαγωγή, κατασκευή, εµπορία, κατοχή και χρήση συσκευών εκτόξευσης κροτίδων απαγορεύεται.

2.

α. Η εισαγωγή, κατασκευή και εµπορία συσκευών εκτόξευσης φωτοβολίδων επιτρέπεται µόνον κατόπιν αδείας των αρµόδιων αστυνοµικών αρχών.

β. Οι έµποροι και κατασκευαστές των ανωτέρω συσκευών τηρούν βιβλία, στα οποία καταχωρούν τα στοιχεία, που αναφέρονται στο άρθρο 4 παρ. 2 του παρόντος νόµου.

γ. Η πώληση των συσκευών αυτών επιτρέπεται στις ένοπλες δυνάµεις, την ελληνική αστυνοµία, το λιµενικό σώµα, τις τελωνειακές υπηρεσίες και σε πρόσωπα που κατέχουν άδεια αγοράς της αρµόδιας αστυνοµικής αρχής. Άδεια αγοράς χορηγείται σε κατόχους αδειών εµπορίας των ανωτέρω ειδών και στα άτοµα που αναφέρονται στο άρθρο 4 του παρόντος. Εντός προθεσµίας δέκα (10) ηµερών από την αγορά, τα άτοµα που αναφέρονται στο άρθρο 4 υποχρεούνται να ζητήσουν άδεια κατοχής από την αρµόδια αστυνοµική αρχή.

δ. Η κατοχή συσκευών εκτόξευσης φωτοβολίδων, από ιδιώτες που δεν κατέχουν άδεια αγοράς, απαγορεύεται.

3.

α. Για τη χορήγηση των προβλεπόµενων από τον παρόντα νόµο αδειών, ισχύουν οι απαγορεύσεις και οι περιορισµοί που προβλέπονται για τη χορήγηση των προβλεπόµενων από το νόµο περί όπλων και εκρηκτικών υλών αδειών.

β. Επίσης, δεν χορηγούνται οιανωτέρω άδειες σε καταδικασθέντες σε φυλάκιση για παράβαση των διατάξεων του παρόντος νόµου και των κατ’ εξουσιοδότηση αυτού εκδοθέντων διαταγµάτων, πριν από την παρέλευση πέντε (5) ετών από την έκτιση ή τη µε χάρη άφεση ή την παραγραφή της ποινής και σε περίπτωση επιβολής της ποινής µε αναστολή για όσο χρόνο διαρκεί η αναστολή.

  1. Σε περίπτωση παραβάσεων των διατάξεων του παρόντος νόµου και των κατ ’ εξουσιοδότηση αυτού εκδοθέντων προεδρικών διαταγµάτων καθώς και του νόµου περί όπλων και εκρηκτικών, δύναται η αστυνοµική αρχή να ανακαλεί ή να µην ανανεώνει τιςανωτέρωάδειες.
  2. Η εξαγωγή ή επανεξαγωγή φωτοβολίδων, βεγγαλικών, πυροτεχνικών αθυρµάτων και συσκευών εκτόξευσης φωτοβολίδων, επιτρέπεται µε άδεια του Υπουργείου Εθνικής Οικονοµίας, που χορηγείται µε σύµφωνη γνώµη του Υπουργού ∆ηµόσιας Τάξης.
  3. Φωτοβολίδες, βεγγαλικά και πυροτεχνικά αθύρµατα, που καθίστανται άχρηστα ή επικίνδυνα, για οποιονδήποτε λόγο, καταστρέφονται. Ο τρόπος και η διαδικασία καταστροφής και κάθε άλλη αναγκαία λεπτοµέρεια καθορίζονται µε απόφαση των Υπουργών ∆ηµόσιας Τάξης και Εµπορικής Ναυτιλίας.
  4. Οι προϋποθέσεις, τα δικαιολογητικά και η διαδικασία χορήγησης των αδειών που προβλέπονται από τον παρόντα νόµο καθορίζονται µε απόφαση του κατά περίπτωση αρµόδιου υπουργού».
  1. Οι παράγραφοι 1 και 2 του άρθρου 6 του ν. 456/1976 αντικαθίστανται ως εξής:

«1. Οι παραβάτες των διατάξεων των άρθρων 2, 3, 4 και 5α παρ. 1, 2 εδάφ. α’, β’ και γ’ του παρόντος νόµου, ως και των κατ’ εξουσιοδότηση αυτού εκδιδόµενων προεδρικών διαταγµάτων, τιµωρούνται µε φυλάκιση τουλάχιστον τριών (3) µηνών και µε χρηµατική ποινή, εφόσον η πράξη δεν τιµωρείται βαρύτερα από άλλη διάταξη.

  1. Οι παραβάτες των διατάξεων του άρθρου 5 και 5α, παρ. 2 εδάφ. δ’, τιµωρούνται µε φυλάκιση µέχρις ενός (1) έτους και χρηµατική ποινή, εφόσον η πράξη δεν τιµωρείται βαρύτερα από άλλη διάταξη».

Άρθρο 31 Ειδικός Λογαριασµός Αρωγής αστυνοµικού και πολιτικού προσωπικού.

  1. Στο Ίδρυµα «Εξοχές Ελληνικής Αστυνοµίας» συνιστάται Ειδικός Λογαριασµός για την παροχή εφάπαξ οικονοµικής ενισχύσεως στους κατά τα κατωτέρω δικαιούχους, µε την επωνυµία «Ειδικός Λογαριασµός Αρωγής αστυνοµικού και πολιτικού προσωπικού της Ελληνικής Αστυνοµίας». Μέτοχοι του λογαριασµού είναι υποχρεωτικώς όλοι οι εν ενεργεία αστυνοµικοί και πολιτικοί υπάλληλοι της Ελληνικής Αστυνοµίας, οι οποίοι παραµένουν µέτοχοι και µετά την έξοδο τους από την Υπηρεσία εφόσοντο επιθυµούν.
  2. Πόρους του Λογαριασµού αποτελούν:

α. Μηνιαία υποχρεωτική εισφορά των µελών σε ποσοστό 0,5% επί του βασικού µισθού του Αστυνόµου Β’.

β. ∆ωρεές, κληρονοµιές ή άλλες χαριστικές παροχές υπέρ του σκοπού του Λογαριασµού.

γ. Έσοδα από καλλιτεχνικές ή αθλητικές εκδηλώσεις.

δ. Τόκοι καταθέσεων.

ε. Έσοδα από επενδύσεις κεφαλαίων ή προσόδους ακινήτων.

  1. ∆ικαιούχοι εφάπαξ οικονοµικής ενισχύσεως από το Λογαριασµό αυτόν είναι κατά σειρά προτεραιότητας οικατωτέρω:

α. Ο ίδιος ο µέτοχος.

β. Οσύζυγοςκαι τα άγαµα και άνεργα τέκνα του µετόχου.

γ. Οι γονείς και τα άγαµα ανήλικα αδέλφια του µετόχου.

  1. Η οικονοµική ενίσχυση παρέχεται στους ανωτέρω προς αντιµετώπιση ιδιαίτερων οικονοµικών δυσχερειών που οφείλονται:

α. Σε θάνατο του µετόχου.

β. Σεανικανότητα λόγω τραυµατισµού ή πάθησης µετόχου.

γ. Σε βαρεία νόσο του ιδίου ή µέλους της οικογενείας του, για τη θεραπεία της οποίας απαιτείται µεταφορά στο εξωτερικό ή η αντιµετώπιση της απαιτεί πρόσθετες δαπάνες, πέραν εκείνων που καλύπτονται από τους ασφαλιστικούς φορείς.

δ. Σε θεοµηνίες, σεισµούς ή άλλο σοβαρό ατύχηµα.

  1. Το ύψος της χορηγούµενης εφάπαξ οικονοµικής ενισχύσεως δεν µπορεί να υπερβαίνει τα τρία εκατοµµύρια (3.000.000) δραχµές για περίπτωση θανάτου και τα δύο εκατοµµύρια (2.000.000) δραχµές για κάθε άλλη περίπτωση.
  2. Το ποσό της προηγούµενης παραγράφου δύναται να αυξοµειώνεται αναλόγως της οικονοµικής καταστάσεως του Λογαριασµού µε απόφαση του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνοµίας ύστερα από πρόταση του ∆ιοικητικού Συµβουλίου του Ιδρύµατος. Η απόφαση αυτή ισχύει από την πρώτη του εποµένου της εκδόσεώς της έτους.
  3. Το ∆ιοικητικό Συµβούλιο αποφασίζει για την παροχή ή όχι οικονοµικής ενισχύσεως το ύψος αυτής και την κατανοµή της στα δικαιούµενα πρόσωπα, λαµβάνοντας υπόψη την υπάρχουσα ανάγκη και την οικονοµική κατάσταση του αιτούντος µε βάση τα υποβαλλόµενα δικαιολογητικά, ύστερα από πρόταση του ∆ιευθυντή της ∆ιευθύνσεως Οικονοµικών του Υπουργείου ∆ηµόσιας Τάξης.
  4. Τα θέµατα που αφορούν την τήρηση και τον έλεγχο του Ειδικού Λογαριασµού, τη διαδικασία εισπράξεως των πόρων, τη διαχείριση, τη διαδικασία χορήγησης της οικονοµικής ενισχύσεως, τα απαιτούµενα δικαιολογητικά και κάθε άλλη αναγκαία λεπτοµέρεια ρυθµίζονται µε απόφαση του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνοµίας.
  5. Η κίνηση του Ειδικού Λογαριασµού υπόκειται στον έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
  6. Για τη δηµιουργία αποθεµατικού επιβάλλεται εφάπαξ εισφορά ύψους χιλίων (1.000) δρχ. σε έναν έκαστο των εν ενεργεία µετόχων. Στην ίδια εισφορά υπόκεινται και οι µετά τη δηµοσίευση του παρόντος εγγραφόµενοι µέτοχοι του Λογαριασµού. Η κράτηση της εφάπαξ εισφοράς γίνεται τον επόµενο µήνα από τη δηµοσίευση του παρόντος ή από την εγγραφή του νέου µετόχου. Από τον ίδιο χρόνο αρχίζει και η κράτηση της µηνιαίας εισφοράς.
  7. Η χορήγηση οικονοµικής ενισχύσεως αρχίζει µετά την παρέλευση ολοκλήρου του τρίτου µηνός από τη δηµοσίευση του παρόντος.

Άρθρο 32

Κατά την κατάταξη ιδιωτών στην Ελληνική Αστυνοµία, στο Πυροσβεστικό Σώµα και στην Υπηρεσία της Αγροφυλακής ποσοστό 12% του εκάστοτε καθοριζοµένου αριθµού κατατασσόµενων λαµβάνεται από τα τέκνα των εν ενεργεία, συντάξει ή θανόντων αστυνοµικών, πυροσβεστικών υπαλλήλων και υπαλλήλων Αγροφυλακής αντίστοιχα κατά σειρά επιτυχίας από τον πίνακα επιτυχόντων.

Άρθρο 33

  1. Οι οργανικές θέσεις του αστυνοµικού τεχνικού προσωπικού της Ελληνικής Αστυνοµίας, που προβλέπονται από το άρθρο 3 εδάφια στ’ – ια’ του ν.δ. 3365/1955 (ΦΕΚ 257 Α’) και το άρθρο 5 παρ.2 του π.δ. 127/1990 (ΦΕΚ 51 Α’), και του αστυνοµικού προσωπικού µουσικής, που προβλέπονται από το άρθρο 23 παρ. 4 του ν. 1481/1984 (ΦΕΚ 152 Α), καταργούνται και αυξάνονται ισάριθµα οι οργανικές θέσεις του αστυνοµικού προσωπικού γενικών καθηκόντων, στις οποίες εντάσσεται το προσωπικό που κατέχει τις καταργούµενες θέσεις µε διαπιστωτική απόφαση του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνοµίας, συµφωνά µε τα οριζόµενα στις επόµενες παραγράφους. Η κατά βαθµούς αύξηση των θέσεων του προσωπικού γενικών καθηκόντων είναι ίση µε τον αριθµό των εντασσόµενων σε κάθε βαθµό.
  2. Η ένταξη των τεχνικών γίνεται ως ακολούθως:

α. Οι Αρχιτεχνίτες και οι Τεχνίτες Α’ Τάξεως,, που είναι απόφοιτοι της Σχολής Αρχιφυλάκων, εντάσσονται στην επετηρίδα των Ανθυπαστυνόµων και Αρχιφυλάκων, αντίστοιχα, µε βάση την ηµεροµηνία και τη σειρά αποφοιτήσεώς τους από τη Σχολή αυτήν, και διέπονται από τις διατάξεις που διέπουν τους οµοιοβάθµους τους που προέρχονται από την ίδια Σχολή.

β. Οι Αρχιτεχνίτες και Τεχνίτες Α’ Τάξεως, που δεν προέρχονται από τη Σχολή Αρχιφυλάκων, εντάσσονται ατό τέλος της επετηρίδας των Ανθυπαστυνόµων και Αρχιφυλάκων, αντίστοιχα, και η µεταξύ τους σειρά καθορίζεται µε βάση την ηµεροµηνία προαγωγής στο βαθµό τους. Οι ως άνω εντασσόµενοι δεν ασκούν ανακριτικά καθήκοντα και δεν δικαιούνται περαιτέρω βαθµολογικής προαγωγής, εκτός εάν εισαχθούν σε παραγωγική σχολή. Εξ αυτών οι Ανθυπαστυνόµοι δεν δικαιούνται να φοιτήσουν στη Σχολή Μετεκπαίδευσης Ανθυπαστυνόµων.

γ. Οι Τεχνίτες Β’ Τάξεως εντάσσονται στο τέλος της επετηρίδας των Αρχιφυλάκων, µετά τους Τεχνίτες Α’ Τάξεως, προαγόµενοι αυτοδίκαια στο βαθµό του Αρχιφύλακα. Η µεταξύ τους σειρά καθορίζεται µε βάση την ηµεροµηνία προαγωγής τους στο βαθµό του Τεχνίτη Β’ Τάξεως. Οι ως άνω εντασσόµενοι δεν ασκούν ανακριτικά καθήκοντα και δεν δικαιούνται περαιτέρω βαθµολογικής προαγωγής, εκτός εάν εισαχθούν σε παραγωγική σχολή.

δ. Οι τεχνίτες Γ’ Τάξεως εντάσσονται στην επετηρίδα των Αστυφυλάκων, µε βάση την ηµεροµηνία και τη σειρά αποφοιτήσεώς τους από την οικεία Σχολή.

  1. Η ένταξη των µουσικών γίνεται ως ακολούθως:

α. Οι αξιωµατικοί εντάσσονται στην επετηρίδα των αξιωµατικών της παρ. 2 του άρθρου 23 του ν. 1481/1984 µεβάση την ηµεροµηνία προαγωγής στο βαθµό τους. Όσοι απ’ αυτούς δεν έχουν αποφοιτήσει από παραγωγική σχολή δεν ασκούν ανακριτικά καθήκοντα.

β. Οι Ανθυπαστυνόµοι και Αρχιφύλακες, που είναι απόφοιτα της Σχολής Αρχιφυλάκων, εντάσσονται στην επετηρίδα των Ανθυπαστυνόµων και Αρχιφυλάκων, αντίστοιχα, µε βάση την ηµεροµηνία και τη σειρά αποφοιτήσεώς τους από τη Σχολή αυτήν και διέπονται από τις διατάξεις που διέπουν τους οµοιοβάθµουςτους που προέρχονται από την ίδια Σχολή.

γ. Οι Ανθυπαστυνόµοι και Αρχιφύλακες, που δεν προέρχονται από τη Σχολή Αρχιφυλάκων, εντάσσονται στο τέλος της επετηρίδας των Ανθυπαστυνόµων και Αρχιφυλάκων, αντίστοιχα, και η µεταξύ τους σειρά καθορίζεται µε βάση την ηµεροµηνία προαγωγής στο βαθµό τους. Οι ως άνω εντασσόµενοι δεν ασκούν ανακριτικά καθήκοντα και δεν δικαιούνται περαιτέρω βαθµολογικής προαγωγής, εκτός εάν εισαχθούν σε παραγωγική σχολή. Εξ αυτών οι Ανθυπαστυνόµοι δεν δικαιούνται να φοιτήσουν στη Σχολή Μετεκπαίδευσης Ανθυπαστυνόµων.

δ. Οι Αστυφύλακες εντάσσονται στην επετηρίδα των Αστυφυλάκων, µε βάση την ηµεροµηνία και τη σειρά αποφοιτήσεώς τους από την οικεία Σχολή. Αν δεν έχουν φοιτήσει στη Σχολή Αστυφυλάκων, η ένταξη τους γίνεται µε βάση την ηµεροµηνία κατάταξης τους.

  1. Οι Ανθυπαστυνόµοι και Αρχιφύλακες, που θα ενταχθούν στο προσωπικό γενικών καθηκόντων µε βάση τις διατάξεις των παραγράφων 2 εδάφ. β’ και 3 εδάφ. γ’ του παρόντος άρθρου εφόσον είναι απόφοιτοι Λυκείου και επιθυµούν να φοιτήσουν στη Σχολή Αρχιφυλάκων, εισάγονται στη Σχολή αυτήν άνευ εξετάσεων κατά τις επόµενες δύο εκπαιδευτικές περιόδους, καθ’ υπέρβαση του καθοριζόµενου κάθε φορά αριθµού εισακτέων και ανεξαρτήτως ορίου ηλικίας. Οι αποφοιτώντες ευδόκιµα από την ανωτέρω Σχολή θεωρούνται ότι απέκτησαν το βαθµό του Αρχιφύλακα παραγωγικής σχολής από την ηµεροµηνία που απέκτησαν το βαθµό του Αρχιφύλακα ειδικών καθηκόντων.

Άρθρο 34

  1. Η παράγραφος 7 του άρθρου 18 του ν. 1481/1984 (ΦΕΚ 152 Α’) αντικαθίσταται ως εξής:

«7. Η Ελληνική Αστυνοµία εκτελεί µόνο τα έργα που προβλέπονται από διατάξεις νόµων, προεδρικών διαταγµάτων ή υπουργικών αποφάσεων τα σχέδια των οποίων έχουν προσυπογραφεί από τον Υπουργό ∆ηµόσιας Τάξης».

  1. Έργα που ανατέθησαν στην Ελληνική Αστυνοµία έστω και προσωρινά µε διατάξεις νόµων, προεδρικών διαταγµάτων ή υπουργικών αποφάσεων τα σχέδια τα οποίων δεν έχουν προσυπογραφεί από τον Υπουργό ∆ηµόσιας Τάξης δεν εκτελούνται, εφόσον δεν διατηρηθούν σε ισχύ µε κοινές αποφάσεις του Υπουργού ∆ηµόσιας Τάξης και του κατά περίπτωση αρµόδιου υπουργού, οι οποίες εκδίδονται, εφάπαξ, εντός αποκλειστικής προθεσµίας ενός (1) έτους από της δηµοσιεύσεως του παρόντος νόµου. Η ανωτέρω προθεσµία δύναται να παραταθεί µέχρι τρεις (3) µήνες, εφάπαξ, µε απόφαση του Υπουργού ∆ηµόσιας Τάξης.

Άρθρο 35

Στα ασφαλιστικά ταµεία του προσωπικού της Ελληνικής Αστυνοµίας (Τ.Α.Α.Χ.-Τ.Α.Ο.Χ.) τοποθετούνται ως ∆ιευθυντές και Υποδιευθυντές αυτών ανώτεροι αξιωµατικοί της Ελληνικής Αστυνοµίας, οριζόµενοι µε απόφαση του Υπουργού ∆ηµόσιας Τάξης. Με ίδια απόφαση ορίζονται ως Γραµµατείςκατώτεροι αξιωµατικοί ή Ανθυπαστυνόµοι της Ελληνικής Αστυνοµίας.

Άρθρο 36

Στην παράγραφο 3 του άρθρου 12 του ν. 1481/1984 (ΦΕΚ 152 Α’) ‘Οργανισµός Υπουργείου ∆ηµόσιας Τάξης» προστίθεται εδάφιο ζ’, που έχει ως εξής: «ζ. Προϋποθέσεις και όροι ίδρυσης και λειτουργίας καταστηµάτων εκµίσθωσης µοτοποδηλάτων και ποδηλάτων».

Άρθρο 37

Οι διατάξεις του άρθρου 3 της υπ’ αριθµ. Φ 420/25/ Γ.1092/Σ.523 από 7.3.1991 αποφάσεως του Υπουργού Εθνικής Άµυνας, που κυρώθηκε µε το άρθρο 41 του ν. 2109/1992 (ΦΕΚ 205 Α’), εφαρµόζονται και για τους στρατευσίµους της κλάσεως 1981 (γεννηθέντες το 1960), που πληρούν τις αντίστοιχες προϋποθέσεις.

Άρθρο 38 Καταργούµενες διατάξεις

  1. Καταργούνται: α. Τα άρθρα 1 µέχρι και 16 του ν. 495/1976 «Περί όπλων, εκρηκτικών µηχανηµάτων και άλλων τινών ποινικών διατάξεων» (ΦΕΚ 337 Α’). β. Οι παράγραφοι 1, εδάφιο δεύτερο, και 2 του άρθρου 252 και η παράγραφος 8 του άρθρου 287 του ν.δ. 86/1969 «Περί ∆ασικού Κωδικός» (ΦΕΚ 7 Α’), όπως αντικαταστάθηκαν µε τα άρθρα 2 και 12 του ν. 177/1975 (ΦΕΚ 205 Α’). γ. Το άρθρο 4 του Β.∆. 15 (27)/18-12-1836 «Περί Αστυνοµίας της Εµπορικής Ναυτιλίας» (ΦΕΚ 75 Α). δ. Το εδάφιο β’ της παρ. 3 του άρθρου 128 του Κώδικα Ποινικής ∆ικονοµίας, όπως αντικαταστάθηκε µε το άρθρο 15 του ν.δ. 4090/1960.
  2. Επίσης καταργείται κάθε άλλη γενική ή ειδική διάταξη που είναι αντίθετη προς τις διατάξεις του νόµου αυτού.
  3. Μέχρι να εκδοθούν οι κανονιστικές πράξεις, που προβλέπονται από τον παρόντα νόµο, εφαρµόζονται οι διατάξεις των διαταγµάτων και αποφάσεων που ρυθµίζουν τασυναφή θέµατα.

Άρθρο 39

  1. Ποσά που έχουν καταβληθεί καθ’ οιονδήποτε τρόπο ή έχουν κατατεθεί σε τράπεζες, υπέρ επαγγελµατιών ή αµειβόµενων ποδοσφαιριστών, καθώς και τυχόν άλλων αθλητών και προπονητών ποδοσφαίρου, για τη µεταγραφή τους ή την υπογραφή συµβάσεως παροχής υπηρεσιών ή την ανανέωσή της µεΠ.Α.Ε. που υπόκεινται στη ρύθµιση του νόµου «Κίνητρα Ανάπτυξης Επιχειρήσεων, διαρρυθµίσεις στην έµµεση και άµεση φορολογία και άλλες διατάξεις», ως προς τη ρύθµιση των χρεών των Π.Α.Ε. θεωρούνται ως νοµίµως καταβληθέντα στους ανωτέρω και νοµίµως υπέρ αυτών κατατεθέντα στις τράπεζες καθ όσον αποτελούν χρέη των Π.Α.Ε. προς τους ανωτέρω µε τους οποίους συνήψαν σχετικές συµβάσεις.
  2. Στην παράγραφο 4 του άρθρου 40 του ν. 1958/1991 (ΦΕΚ 122 Α), προστίθεται δεύτερο εδάφιο ως εξής: «Επίσης η παράβαση των αυτών διατάξεων καθώς και η παράλειψη της εµπρόθεσµης δηµοσίευσης του ισολογισµού συνεπάγεται την προσωρινή και µέχρι ένα (1) έτος στέρηση της. κατά το άρθρο 59 του ν. 1958/1991, επιχορήγησης της Π.Α.Ε. ή του Σωµατείου. ύστερα από σχετική απόφαση του αρµόδιου για θέµατα αθλητισµού υπουργού. Η εκτέλεση της απόφασης αυτής διακόπτεται, αφ’ ης εκλείψουν οι λόγοι για τους οποίους εκδόθηκε.
  3. Στο άρθρο 59 του ν. 1959/1991 προστίθενται παράγραφοι 3, 4 και 5 ως εξής:

«3. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονοµικών και του αρµόδιου για θέµατα αθλητισµού Υπουργού, δύναται να επιχορηγούνται, επιπρόσθετα, οι Π.Α.Ε. και τα Σωµατεία που µετέχουν στα πρωταθλήµατα του επαγγελµατικού ποδοσφαίρου και µέχρι ποσοστού δύο τοις εκατό (2%) από του ποσοστού που αναλογεί στη Γ.Γ.Α. από τα έσοδα του ΠΡΟ-ΠΟ.

  1. ΗΕ.Π.Α.Ε υποχρεούται, εντός του πρώτου δεκαηµέρου κάθε µηνός να υποβάλλει στη Γ.Γ.Α. για κάθε Π.Α.Ε. ή Σωµατείο επικυρωµένα αντίγραφα του συνόλου των δικαιολογητικών, που προβλέπονται από την υπουργική απόφαση της προηγούµενης παραγράφου και αναφέρονται στον αµέσως προηγούµενο µήνα. Σε περίπτωση µηεµπρόθεσµης υποβολής των δικαιολογητικών αυτών διακόπτεται προσωρινά η επιχορήγηση από τον Ο.Π.Α.Π. µέχριτην υποβολή τους.
  2. Στην περίπτωση που διαπιστωθεί ότι Π.Α.Ε. ή Σωµατείο επιχορηγήθηκε χωρίς τη συνδροµή των νόµιµων προϋποθέσεων, ηΠ.Α.Ε. ή το Σωµατείο στερείται προσωρινά και για ένα (1) έτος της κατά το παρόν άρθρο επιχορήγησης της, ύστερα από απόφαση του αρµόδιου για θέµατα αθλητισµού Υπουργού.»
  3. Στην παράγραφο 6 του άρθρου 40 του ν. 2065/1992 προστίθεται περίπτωση γ’, αναριθµούµενης της ήδη υφιστάµενης περίπτωσης γ’ σε δ’, που έχει ως εξής: «γ. Παρέχεται στον Ο.Π.Α.Π. το δικαίωµα της διενέργειας, µέχρι σαράντα (40) ετησίως, πρόσθετων διαγωνισµών ΛΟΤΤΟ και ΠΡΟΤΟ, τα έσοδα των οποίων, µετά την αφαίρεση των δικαιωµάτων των πρακτόρων, διατίθενται σύµφωνα µε τις διατάξεις της παραγράφου 6, περ. α’, εδάφια αα’ και ββ’ του ν. 2065/1992, πλην του ποσοστού είκοσι τρία τοις εκατό (23%) για το ΛΟΤΤΟ και δεκατρία τοις εκατό (13%) για το ΠΡΟΤΟ, που περιέρχονται αντί του Ελληνικού ∆ηµοσίου (Υπουργείου Οικονοµικών) στη Γενική Γραµµατεία Αθλητισµού, µε επιµέλεια του Ο.Π.Α.Π. Η παραχώρηση αυτή ισχύει µέχρι του ποσού των τεσσάρων δισεκατοµµυρίων (4 δις) ετησίως, µετά τη συµπλήρωση των οποίων ισχύει πάλι η κατανοµή των εσόδων σύµφωνα µε τις προηγούµενες διατάξεις αυτές.» Η ισχύς του παρόντος άρθρου αρχίζει από τη δηµοσίευση του νόµου αυτού στην Εφηµερίδα της Κυβερνήσεως.

Άρθρο 40

Στο τέλος της παραγράφου 2 του άρθρου 14 του ν. 2078/1992 (ΦΕΚ 139 Α’) προστίθεται δεύτερο εδάφιο, που έχει ως εξής: «Για τον ίδιο σκοπό, µε απόφαση του Υπουργού Εθνικής Οικονοµίας δύνανται να επιχορηγούνται οι µέτοχοι των Σ.ΕΠ. από το Πρόγραµµα ∆ηµόσιων Επενδύσεων µέσω του Οργανισµού Αστικών Συγκοινωνιών (Ο.Α.Σ.), µε το ποσό των δεκατριών εκατοµµυρίων (13.000.000) δραχµών για κάθε λεωφορείο µέχρι δώδεκα µετρά µήκος και µε το ποσό των είκοσι ενός εκατοµµυρίων επτακοσίων

χιλιάδων (21.700.000) δραχµών για κάθε αρθρωτό λεωφορείο. Τα ποσά αυτά περιέρχονται στο ∆ηµόσιο σε περίπτωση που θα υπάρξει για το σκοπό αυτόν επιδότηση από τα ταµεία της Ευρωπαϊκής Κοινότητας.» Η ισχύς του παρόντος άρθρου αρχίζει από τη δηµοσίευση του νόµου αυτού στην Εφηµερίδα της Κυβερνήσεως.

Άρθρο 41

Στο Ταµείο Παρακαταθηκών και ∆ανείων συνιστώνται: α) Γενική ∆ιεύθυνση Κεντρικής Υπηρεσίας, για την οποία κατά την πρώτη εφαρµογή δύναται να κριθεί µεταξύ των υποψηφίων των εχόντων τα νόµιµα προσόντα ο κατέχων κατά τη δηµοσίευση του παρόντος τη θέση του προϊσταµένου των Υπηρεσιών του Ταµείου, καταργούµενης συγχρόνως της θέσης του προϊσταµένου των Υπηρεσιών του Ταµείου και β) Γενική ∆ιεύθυνση Επιθεωρήσεως και Περιφερειακών Υπηρεσιών, ως µονάδες συντονισµού των Υπηρεσιών του Ταµείου µετά των αντιστοίχων θέσεων Γενικών ∆ιευθυντών. Η ισχύς του παρόντος άρθρου αρχίζει από τη δηµοσίευση του νόµου αυτού στην Εφηµερίδα της Κυβερνήσεως.

Άρθρο 42

Η διάταξη του εδαφ. α’ της παρ. 2 του άρθρου 68 του ν. 2065/1992 τροποποιείται ως εξής: «Τα τέλη για την αλληλογραφία της Βουλής και του ∆ηµοσίου υπολογίζονται σύµφωνα µε ειδικό για το ∆ηµόσιο τιµολόγιο, που συνοµολογείται µεταξύ του Υπουργού Οικονοµικών και των ΕΛ.ΤΑ. και δύναται να προκαταβάλλονται από το ∆ηµόσιο.» Η ισχύς του παρόντος άρθρου αρχίζει από τη δηµοσίευση του νόµου αυτού στην Εφηµερίδα της Κυβερνήσεως.

Άρθρο 43

Από 1 Οκτωβρίου 1993 υπάγονται υποχρεωτικά στην ασφάλιση του Ταµείου Συντάξεων Προσωπικού Εφηµερίδων Αθηνών και Θεσσαλονίκης (Τ.Σ.Π.Ε.Α.Θ.) για όλους τους κλάδους ασφάλισης, οι συντάκτες µέλη των Ενώσεων Συντακτών Θεσσαλίας, Στερεάς Ελλάδας Εύβοιας αφ’ ενός και Πελοποννήσου, Νήσων και Hπείρου αφ’ ετέρου, διακοπτόµενης της ασφάλισής τους στο Ι.Κ.Α. Οι εισφορές για τον κλάδο Συντάξεων καθορίζονται του µεν εργοδότη σε 7,5% επί των αποδοχών των απασχολουµένων σ’ αυτόν, του δε ασφαλισµένου σε 8,5% επί των ιδίων αποδοχών. Οι εισφορές για τον Ειδικό Λογαριασµό Ανεργίας καθορίζονται σε 2% επί των αποδοχών των απασχολουµένων, τόσο γιατον Εργοδότη όσο και για τον ασφαλισµένο. Με απόφαση του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας Κοινωνικών Ασφαλίσεων ρυθµίζεται κάθε λεπτοµέρεια αναγκαία για την εφαρµογή των διατάξεων του άρθρου αυτού.

Άρθρο 44 Έναρξη ισχύος

Η ισχύς του παρόντος νόµου αρχίζει µετά δύο (2) µήνες από τη δηµοσίευση του στην Εφηµερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός εάν διαφορετικά ορίζεται στις επιµέρους διατάξεις του. Παραγγέλλοµε τη δηµοσίευση του παρόντος στην Εφηµερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεση του ως νόµουτου Κράτους.

Αθήνα, 3 Σεπτεµβρίου 1993